Back to top

Το «κρυφό μνημόνιο» της Ολυμπίας και οι ανασκαφές με εντολή του γερμανικού κοινοβουλίου..

15/08/2020 - 16:01

Το 1874 υπεγράφη στην Αθήνα σύμβαση μεταξύ της Ελλάδος και της Γερμανίας, προκειμένου να επιχειρηθούν οι ανασκαφικές εργασίες στην Αρχαία Ολυμπία. Η σύμβαση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα Μνημόνιο μεταξύ της χώρας μας και της Γερμανίας μέσω του οποίου η τελευταία προέβη τελικά σε ανασκαφικές εργασίες στην περιοχή της Ολυμπίας μέχρι το 1881 ενώ οι δαπάνες που κατεβλήθησαν από το Γερμανικό Κράτος ανήλθαν στο ποσόν του ενός εκατομμυρίου χρυσών δραχμών. Το σημαντικό αυτό ιστορικό ντοκουμέντο δείχνει ότι το μείζον ζήτημα των Μνημονίων δεν είναι κάτι καινούργιο αλλά ένα θέμα που «κυνηγά» την χώρα μας από τον 19ο αιώνα.

Πληροφορίες για τις ανασκαφές που έλαβαν χώρα στην Ολυμπία το 1874 από την Γερμανία, μας δίνει ο Βασίλειος Λεονάρδος (Έφορος του Επιγραφικού Μουσείου στην μελέτη του για την Ολυμπία. Ο δε ακριβής τίτλος της μελέτης είναι: «Η ΟΛΥΜΠΙΑ» υπό Βασιλείου Λεονάρδου, Δ.Φ., ΕΦΟΡΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ.

Σημαντικές πληροφορίες για το «κρυφό μνημόνιο» της Αρχαίας Ολυμπίας μας δίνει επίσης ο αρθρογράφος - συγγραφέας Νίκος Παπουτσόπουλος στο άρθρο του που δημοσίευσε στην εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία» στις 30 Ιουνίου 2013 όπου αναφέρει την συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και της Γερμανίας με σκοπό η τελευταία να διενεργήσει ανασκαφικές εργασίες στην Ολυμπία το 1874.

Με την κύρωση του νόμου ΦΜΑ, του έτους 1875, οι βασιλικές ανασκαφικές εργασίες, κατ' εντολήν του γερμανικού Κοινοβουλίου - αποτελεί μοναδική περίπτωση στα χρονικά της αρχαιολογίας - άρχισαν στις 22 Σεπτεμβρίου 1875 και διήρκεσαν ως την 8η Μαρτίου 1881, ενώ οι δαπάνες που κατεβλήθησαν από το Γερμανικό Κράτος ανήλθαν στο ποσόν του ενός εκατομμυρίου χρυσών δραχμών. Οι ανασκαφές στην Ολυμπία, αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και της Εγγύς Ανατολής (Πέργαμος, Μαίανδρος, Πριήνη, Μίλητος, Σάμος), είχαν ενταχθεί στο ευρύτερο πολιτιστικό πρόγραμμα του Γερμανικού Βασιλείου για τον εμπλουτισμό των Μουσείων του Βερολίνου: ο ανασκαφέας των περισσότερων πόλεων της αρχαιότητας, Theodor Wiegand (1864-1936) στέγασε -αρχικά σε μικρό κτίριο στην θέση όπου σήμερα βρίσκεται το Μουσείο της Περγάμου- μεγάλα τμήματα κτιρίων διαφόρων περιόδων της αρχαιότητας.

Καθώς οι ανασκαφές αποτελούσαν πλέον βασική μέθοδο εργασίας των κλασικών αρχαιολόγων, στα ερείπια της Ελλάδας οι Γερμανοί αναζήτησαν απαντήσεις στις γαλλικές πολιτισμικές προτάσεις, βαθύτατα επηρεασμένες από την Ρώμη, αλλά και την εσωτερική συγγένεια της εθνικής τους ιδεολογίας με τον αρχαίο κόσμο.

Με αφορμή την Ολυμπιάδα του 1936 άρχισαν ξανά οι ανασκαφές στην Ολυμπία, (συνεχίσθηκαν και κατά την περίοδο της Κατοχής), όμως υπό την διεύθυνση του Γερμανικού Ινστιτούτου Αθηνών.

Σύμβαση «κομμένη και ραμμένη» στα μέτρα της Γερμανίας

Ο ΝΟΜΟΣ ΦΜΑ' αφορούσε την κύρωση της σύμβασης μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας περί αρχαιολογικών ανασκαφών στην Ολυμπία. Ο εν λόγω νόμος υπογράφτηκε το 1874 και η σύμβαση μεταξύ των δυο χωρών περιέχει 11 άρθρα στα οποία αξίζει να επικεντρωθούμε για να δούμε σημαντικά στοιχεία αυτού του κρυφού μνημονίου που αποδεικνύει περίτρανα ότι η χώρα μας είχε υποθηκεύσει από τότε την πολιτιστική της κληρονομιά στις ξένες δυνάμεις και εν προκειμένω στην Γερμανία. Συγκεκριμένα ο νόμος ΦΜΑ' είχε ως εξής:

 ΝΟΜΟΣ ΦΜΑ'

Περί κυρώσεως Συμβάσεως μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας περί αρχαιολογικών ανασκαφών εν Ολυμπία.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α' ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Αρθρον 2: «Η Θέσις, όπου έκειτο ο αρχαίος ναός του Ολυμπίου Διός, ληφθήσεται ως αφετηρία των ανασκαφών, αίτινες γενήσονται επί του εδάφους της Αρχαίας Ολυμπίας. Αι δυο κυβερνήσεις δύνανται να συνεννοηθωσι κατόπιν προς επέκτασιν των ανασκαφών εις άλλα μέρη του Ελληνικού Βασιλείου».

Δηλαδή, οι ανασκαφές δεν περιορίζονται στην Ολυμπία αλλά επεκτείνονται σ' άλλα μέρη του Ελληνικού Βασιλείου.

Άρθρον 4: «Η Γερμανία αναδέχεται εις βάρος της πάσας τας δαπάνας της επιχειρήσεως, ήτοι μισθούς υπαλλήλων, ημερομίσθια εργατών, κατασκευήν επιστέγων και παραπηγμάτων, αν χρειασθώσι τοιαύτα κτλ. Η Γερμανία αναδέχεται προσέτι να πληρώση, κατά τους νόμους της χώρας, ή τας μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και των καλλιεργητών υπαρχούσας συμφωνίας, πάσας τας αποζημιώσεις, τας δια φυτείας και παντοειδή οικοδομήματα ευρισκόμενα επί εθνικών γαιών, και αίτινες ήθελον πηγάσει εξ απαιτήσεων, στηριζομένων επί πραγματικών και προσωπικών δικαιωμάτων των ιδιωτών. Εν πάση περιπτώσει αι αποζημιώσεις αύται, αι ενδεχόμεναι, ουδέποτε θέλουσιν υπερβή το ποσόν των τριακοσίων (300) δραχμών κατά στρέμμα και αν έτι η Ελληνική Κυβέρνησις ήθελε δωρήσει μέρος τι οιονδήποτε των εθνικών τούτων γαιών εις ιδιώτας. Η Ελλάς υποχρεούται και αύτη να διευκολύνη δι όλων των εις την διάθεσίν της μέσων την εκνίκησιν και έξωσιν των καλλιεργητών, οίτινες ευρίσκονται ήδη εν κατοχή των γαιών, όπου ήθελον είναι αναγκαίον να γίνωσιν ανασκαφαί. Εννοείται, ότι αι της ανασκαφής εργασίαι εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται ν ανασταλώσιν ή εμποδισθώσιν, ένεκα ενδεχομένων ενστάσεων ή απαιτήσεων εκ μέρους ιδιωτών, είτε των σημερινών καλλιεργητών».

Δηλαδή, σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο του άρθρου, η Ελλάδα υποχρεώνεται να διευκολύνει τις ανασκαφικές εργασίες της Γερμανίας και υποχρεώνεται επίσης να κάνει έξωση στους καλλιεργητές που κατέχουν γαίες στην περιοχή των ανασκαφών! Το άρθρο όμως δεν τελειώνει εδώ. Συνεχίζει τονίζοντας ότι οι ανασκαφικές εργασίες σε καμία περίπτωση δεν γίνεται να ανασταλούν ή να εμποδισθούν από τους άμοιρους καλλιεργητές που κατέχουν εκτάσεις στην περιοχή των ανασκαφών σε περίπτωση που υποβάλουν ενστάσεις ή απαιτήσεις.

Άρθρον 5: «Η Γερμανία επιφυλάσσεται το δικαίωμα του προσδιορίζειν εν τη πεδιάδη της Ολυμπίας τας γαίας, όπου ήθελεν είναι πρέπον να γίνωσιν ανασκαφαί, ως και το δικαίωμα του προσλαμβάνειν και αποπέμπειν εργάτας και του διευθύνειν πάντα τα έργα εν τω συνόλω, ως και εν ενί εκάστω των μερών αυτών».

Κατά συνέπεια, οι Γερμανοί έχουν το πάνω χέρι και αποφασίζουν για το που θα γίνουν οι ανασκαφές και τον αριθμό των εργατών που θα προσληφθούν ή θα απολυθούν.

Άρθρον 7: «Η Γερμανία έξει το αποκλειστικόν δικαίωμα του λαμβάνειν εκμαγεία και αποτυπώματα πάντων των αντικειμένων, όσα αν ανακαλυφθώσι, δια των προκειμένων ανασκαφών. Η του αποκλειστικού τούτου δικαιώματος διάρκεια ορίζεται εις πέντε έτη από της ανακαλύψεως εκάστου αντικειμένου».

Η σύμβαση ολοκληρώνεται μεταξύ άλλων με τα ακόλουθα:

«Προς πίστωσιν των ανωτέρω ο κύριος Ιωάνν. Δεληγιάννης, Υπουργός επί των Εξωτερικών της Αυτού Ελληνικής Μεγαλειότητος, σύντω κυρίω, Π. Ευστρατιάδη, Γενικώ Εφόρω των Αρχαιοτήτων, αφ' ενός, και ο de Wagner, Έκτακτος απεσταλμένος και Πληρεξούσιος Υπουργός της Α.Μ. του Αυτοκράτορος της Γερμανίας εν Αθήναις, συν τω καθηγητή κ. Ε Κουρτίω, ειδικό επιτετραμμένω, αφ' ετέρου, έχοντες την προσήκουσαν εντολήν παρά των ιδίων κυβερνήσεων, υπέγραψαν την παρούσαν σύμβασιν και επέθεντο τας ευατών σφραγίδας.

Εγκρίνομεν, επικυρούμεν και επιβεβαιούμεν την ανωτέρω Σύμβασιν κατά πάντα τα εν αυτή περιεχόμενα, υποσχόμενοι δι' Ημας και τους Ημετέρους Κληρονόμους και Διαδόχους να φυλάττωμεν αυτή πιστώς χωρίς να προσβάλλωμεν αυτήν ή να επιτρέψωμεν να προσβληθή ουδ' επ' ελάχιστον. Όθεν, εις πίστωσιν, υπεγράψαμεν την παρούσαν πράξη της επικυρώσεως, εφ' ης ετέθη ή του Βασιλείου ημών σφραγίς.

Εξεδόδη εν Αθήναις, την δεκάτην τρίτην, (εικοστήν Πέμπτη) Μαρτίου του χιλιοστού οκτακοσιοστού εβδομηκοστού πέμπτου σωτήριου έτους.

Ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του στρατηγού της Επανάστασης του 1821 Ιωάννη Μακρυγιάννη παραμένει επίκαιρο και διαχρονικό. Μιλώντας προς τους στρατιώτες του ο στρατηγός Μακρυγιάννης είπε αυτά τα μεστά και σταράτα λόγια: «Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια – φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο, τα΄ χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ΄ Άργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων• χίλια τάλαρα γύρευαν... Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι΄ αυτά πολεμήσαμε».