Η συγκλονιστική ανέκδοτη ιστορία με την εμφάνιστη του γέροτατα Παϊσίου, είναι αληθινό! Ωστόσο, η δημοσιοποίησή της άργησε λόγω της ταπεινότητας των ανθρώπων, οι οποίοι αρχικά το διηγήθηκαν.
Στην ιστορία, ο Ν.Α. ήταν ένας ευκατάστατος ομογενής από το Σικάγο των Η.Π.Α.,πολύ κάλος άνθρωπος άλλα άθεος.
Ο Ν.Α. πριν 25 περίπου χρονιά, είδε μια βράδια στον ύπνο του ένα μικροσκοπικό παππούλη να του ζητάει ευγενικά να τον παραλάβει από κάποιο αεροδρόμιο του Σικάγου, δίνοντας του συγκεκριμένη ημερομηνία και ώρα.
‘ Νικο καλό μου παιδί, έλα τάδε μέρα τάδε ώρα στο τάδε αεροδρόμιο να με παραλάβεις σε παρακαλώ’.
Όταν ξύπνησε το πρωί, ο Ν. διηγήθηκε στη σύζυγό του Μ. το όνειρο που είχε δει.
Εκείνη, αρχίζοντας τα πειράγματα λόγω της αθεΐας του, του είπε ότι ήταν απλώς ένα όνειρο και να μη δώσει σημασία.
Το όνειρο με το μικροσκοπικό παππούλη επαναληφθεί στον ύπνο του Ν. πολλές φόρες, σε σημείο που ο άνθρωπος είχε αρχίσει να ταράζεται. Κάποτε ο «εφιάλτης» σταμάτησε και ο Ν. ηρέμησε.
Μετα απο καμποσο καιρο, εφθασε η καθορισμενη ημερομηνια που ο παππουλης ειχε προαναγγειλει στο ονειρο. Ο Ν. αποφασισε να παει κρυφα στο αεροδρομιο για να αποφυγει τα κοροιδευτικα σχολια της γυναικας του.
» Τι εχω να χασω», συλλογιστηκε, » στο κατω κατω θα κανω τη βολτα μου, θα πιω το καφεδακι μου και υστερα θα παω στη δουλεια μου».
Πράγματι έτσι κι έγινε. Πήγε και αφού κάθισε σε μια γωνιά του χαώδους αεροδρομίου του Σικάγου, περίμενε τον άγνωστο παππούλη του ονείρου.
Ήπιε κάμποσους καφέδες, άλλα η ώρα περνούσε και ο παππούλης δεν φαινόταν πουθενά. Μέτα από μια-μιάμιση ώρα, σκέφτηκε, » ένα τσιγάρο ακόμα και φεύγω, καλά και δεν το είπα στη Μ. γιατί θα με κορόιδευε αιωνίως».
Πριν καλά καλά προλάβει να τελειώσει τη σκέψη του, γυρίζοντας από την άλλη μεριά , βλέπει ξαφνικά μπροστά του να εμφανίζεται στ’ αλήθεια ο μικροσκοπικός παππούλης που έβλεπε στον ύπνο του. » Ευχαριστώ Ν. καλό μου παιδί που ήρθες, ήξερα πως θα ερχόσουν», του είπε ο γέροντας Παΐσιος.
Μην πιστεύοντας στα μάτια του, έχοντας μπροστά του στην πραγματικότητα τον παππούλη που έβλεπε στον ύπνο του, ο Ν. παρ ‘ολίγο να πάθει συγκοπή!
Εντελώς σαστισμένος και σοκαρισμένος, αφού τρόμαξε να συνέλθει, πήρε τον παππούλη και πήγαν στο σπίτι του, στα προάστια του Σικάγου, οπού ο γέροντας διέμεινε κάμποσο καιρό.
Ο Ν. και η Μ. μεταμελήθηκαν και μπήκαν στο δρόμο του Θεού. Από ορκισμένος άθεος,ο Ν. έγινε πολύ πιστός χριστιανός.
Μου διηγήθηκαν οι ίδιοι το απίστευτο αυτό περιστατικό, στο σπίτι τους στο Σικαγο, πριν δεκαπέντε χρονιά.
Μαρτυρία: Αντωνία Μποτονάκη