Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 5 Αὐγούστου 2018, Ι΄ Ματθαίου (Ματθ. ιζ΄ 14-23)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν;
ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.
1. ΓΕΝΕΑ ΑΠΙΣΤΟΣ
Μόλις κατέβηκε ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως, ἀντίκρυσε μέσα στὸν ὄχλο ἕνα δυστυχισμένο πατέρα, ποὺ ἔπεσε γονατιστὸς στὰ πόδια του καὶ Τοῦ εἶπε:
–Κύριε, λυπήσου τὸ παιδί μου, διότι σεληνιάζεται καὶ ὑποφέρει φοβερά. Κινδυνεύει! Πολλὲς φορὲς πέφτει στὴ φωτιὰ ἢ στὸ νερό. Τὸν ἔφερα στοὺς μαθητάς σου, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν.
Καὶ ὁ Κύριος μὲ παράπονο λέγει: Ὦ γενεὰ ἄπιστη, ποὺ τόσα θαύματα εἶδες καὶ ἀπὸ τὴν κακία σου εἶσαι διεστραμμένη! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχωμαι;
Σὲ ποιὸν ὅμως ἀναφέρεται ἡ ἐπιτίμησι αὐτὴ τοῦ Κυρίου; Στὸν πατέρα τοῦ δαιμονισμένου; στοὺς μαθητάς; ἢ στὰ πλήθη, τὸν ὄχλο; Βέβαια τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ πῇ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ Κύριος τὴν ἔδωσε ὁ πατέρας τοῦ δαιμονισμένου. Ἀ-γωνιοῦσε γιὰ τὸ παιδί του, καὶ βλέποντας τοὺς μαθητὰς νὰ μὴ μποροῦν νὰ τὸ θεραπεύσουν, ἀμφέβαλλε γιὰ τὴ δυνατότητα τοῦ θαύματος. Ὅμως ὁ Κύριος κατόπιν, κατ’ ἰδίαν ἐλέγχει γιὰ ἀπιστία καὶ τοὺς μαθητές του. Ἐδῶ ὅμως προκύπτει κάποιο ἐπιπλέον ζήτημα: Ἐὰν ἡ ἀπιστία τοῦ πατέρα ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν νὰ ἐκβάλουν τὸ δαιμόνιο, τότε γιατί ὁ Κύριος ἐπικρίνει καὶ τοὺς μαθητάς; Διότι ὁ Κύριος ἤθελε νὰ δείξῃ στοὺς μαθητάς του ὅτι μποροῦσαν μὲ τὴν δύναμί του νὰ θεραπεύσουν τὸν δαιμονισμένο καὶ χωρὶς νὰ πιστεύῃ ὁ πατέρας του ποὺ τὸν ἔφερε κοντά τους. Ὀλιγοπιστεῖ λοιπὸν ὁ πατέρας, ὀλιγοπιστοῦν καὶ οἱ μαθηταί. Ὀλιγοπιστεῖ ὅμως καὶ ὁ παρευρισκόμενος ὄχλος. Διότι ὁ Κύριος ἐπιτιμᾷ καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, τὰ ὁποῖα ἀποκαλεῖ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη. Φαίνεται λοιπὸν ὅτι καὶ τὰ πλήθη ἔδειξαν ἀπιστία γιὰ τὸ θαῦμα, καθὼς ἔβλεπαν τοὺς μαθητὰς νὰ μὴ μποροῦν νὰ θεραπεύσουν τὸν δαιμονισμένο. Καὶ μάλιστα τὰ πλήθη αὐτὰ εἶχαν δεῖ πολλὰ θαύματα καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀπὸ τὸν Κύριο.
Ὅμως ὁ Κύριος ἐλέγχοντας γιὰ ἀπιστία ὅλους αὐτοὺς τοὺς παρευρισκομένους, οὐσιαστικὰ ἐλέγχει ἀκόμη περισσότερο ἐμᾶς. Εἶναι σὰν νὰ λέγῃ καὶ στὴ δική μας γενιά: Ὦ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη. Πόσο περισσότερο σκληρόκαρδη καὶ ἄπιστη εἶσαι! Διότι ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ ἔχουμε πολὺ μεγαλύτερη εὐθύνη καὶ ἐνοχὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχαν τὰ πλήθη τῆς Γαλιλαίας. Ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς ἔχουμε δεχθῆ τὴν Χάρι καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχουμε πίσω μας μιὰ ἱστορία ἐκπληκτικῶν θαυμάτων τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, τὴν Ἐκκλησία μας, ἀλλὰ καὶ τὴν πορεία τῆς ἀνθρωπότητος. ῎Εχουμε ἀμέτρητα νέφη μαρτύρων καὶ ἁγίων. Πόσο περισσότερο λοιπὸν ἀδικαιολόγητοι εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα ποὺ κάποτε σὲ ὧρες πειρασμοῦ ἢ δοκιμασίας ἀμφιβάλλουμε! Χάνουμε τὴν πίστι μας. Καὶ συμπεριφερόμαστε σὰν ἄπιστοι ἢ ἔστω ὀλιγόπιστοι. Ὣς πότε λοιπὸν θὰ μᾶς ἀνέχεται ὁ Θεός; Μόνον τὸ ἔλεός του θὰ μᾶς σώσῃ.
2. ΠΟΙΟΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕ ΒΟΥΝΑ;
Ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἐπετίμησε τὸ δαιμόνιο, ἐθεράπευσε ἀμέσως τὸ δαιμονισμένο παιδί. Οἱ μαθηταὶ ἐκστατικοί, πλησίασαν ἰδιαιτέρως τὸν Ἰησοῦ καὶ Τὸν ρώτησαν μὲ ἀπορία: Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ βγάλουμε τὸ δαιμόνιο αὐτό; Καὶ ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: Ἐπειδὴ σᾶς λείπει ἡ πίστις. Ἐὰν ἔχετε πίστι θερμὴ καὶ δυνατὴ σὰν τὸ μικρὸ σπόρο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πῆτε στὸ βουνὸ αὐτό, πήγαινε ἀπὸ ἐδῶ ἐκεῖ, καὶ θὰ μετακινηθῇ. Μὲ μία τέτοια θερμὴ πίστι τὰ πάντα θὰ εἶναι δυνατὰ σὲ σᾶς.
Ἀκούγοντας ὅμως τοὺς λόγους αὐτούς, κάποιοι Χριστιανοὶ ρωτοῦν: Μὰ καλά, ἐφ’ ὅσον οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι δὲν μετακίνησαν κανένα βουνό, δὲν ἔκαναν ποτὲ ἕνα τέτοιο θαῦμα τόσο δυσκατόρθωτο, ἄρα δὲν εἶχαν πίστι «ὡς κόκκον σινάπεως»; Κι ἂν οἱ Ἀπόστολοι δὲν εἶχαν τέτοια πίστι, πῶς ὁ Κύριος ζητεῖ νὰ τὴν ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι Χριστιανοί;
Οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευταὶ ἐξηγοῦν ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ δὲν εἶχαν μόνον μιὰ τόσο μικρὴ πίστι ἀλλὰ πολὺ μεγαλύτερη. Διότι δὲν μετακίνησαν ἁπλῶς κάποιο βουνό, ἀλλὰ ἔκαναν κάτι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο καὶ δυσκολώτερο. Μετακίνησαν τεράστιους ὄγκους κακίας ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ἀνέστησαν ψυχικῶς ἀμέτρητους νεκρούς. Ἄλλαξαν τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἡ μετακίνησι κάποιου βουνοῦ θὰ ἦταν ἁπλῶς ἕνα θαῦμα ἐντυπωσιασμοῦ. Ἡ ἀλλαγὴ ὅμως τῆς οἰκουμένης ἀποτελοῦσε ἕνα θαῦμα ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο καὶ δυσκολώτερο.
Ἄρα λοιπόν, ὅταν ὁ Κύριος μᾶς ζητῇ νὰ ἔχουμε πίστι «ὡς κόκκον σινάπεως», δὲν χρησιμοποιεῖ ἁπλῶς ἕνα σχῆμα λόγου, ἀλλὰ μᾶς ζητεῖ πραγματικῶς νὰ ἔχουμε μία θερμὴ καὶ δυνατὴ πίστι. Διότι, ὅταν ἡ πίστι μας εἶναι τόσο δυνατή, καὶ πέσῃ, ὅπως τὸ σινάπι, σὲ γῆ ἀγαθή, δηλαδὴ σὲ καθαρὸ καὶ εὔφορο χωράφι τῆς ψυχῆς, γίνεται δένδρο μεγάλο καὶ ἔχει θαυμαστὰ ἀποτελέσματα. Μιὰ τέτοια πίστι θερμὴ καὶ δυνατὴ ἂς προσευχώμαστε καθημερινῶς νὰ μᾶς χαρίσῃ ὁ Κύριος. Καὶ θὰ βλέπουμε στὴν ψυχή μας τὴν θαυμαστὴ καρποφορία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.