Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως στην Πολωνία τα λείψανα ενός παιδιού από τον 17ο αιώνα κλειδωμένο στον τάφο του ώστε να μην μπορεί να επιστρέψει στον κόσμο των ζωντανών, μια ανακάλυψη που στρέφει το επίκεντρο της προσοχής στα βαμπίρ καθώς πλησιάζει το Χάλογουιν.
Τα οστά του παιδιού (ηλικίας έξι ή επτά ετών) είναι το πιο πρόσφατο εύρημα σε κοιμητήριο του χωριού Πιέν στη βόρεια Πολωνία που χρονολογείται από μια εποχή στην οποία τα φαντάσματα, τα ζόμπι και άλλες υπερφυσικές φιγούρες θεωρούνταν κάτι περισσότερο από μια επιλογή μασκαρέματος. «Αυτό το κοιμητήριο είναι για ανθρώπους που τους απέρριπταν, που τους φοβούνταν μετά θάνατον και ίσως και εν ζωή… που ήταν ύποπτοι για επαφές με σκοτεινές δυνάμεις, άνθρωποι που επίσης συμπεριφέρονταν διαφορετικά με κάποιον τρόπο», λέει ο Ντάριους Πολίνσκι, ερευνητής μεσαιωνικών ταφών στο πανεπιστήμιο Nicolas Copernicus στην πόλη Τόρουν.
Το παιδί είχε ταφεί μπρούμυτα και έφερε κάτω από το πόδι του ένα τριγωνικό, σιδερένιο λουκέτο, πιθανόν σε μια προσπάθεια να το αποτρέψει από το να σηκωθεί, να βγει από τον τάφο του και να επιτεθεί στους ζωντανούς-- πρόσθεσε ο καθηγητής.
«Αυτοί που το έκαναν, αν το έκαναν σκοπίμως, φοβούνταν να… έρθουν σε επαφή με τέτοιους ανθρώπους γιατί μπορεί να τους δάγκωναν, να τους έπιναν το αίμα», προσθέτει ο Πολίνσκι.
Οι αρχαιολόγοι βρήκαν άλλες μεθόδους που χρησιμοποιούνταν για να σταματήσουν τους ζωντανούς νεκρούς, με τον Πολίνσκι να περιγράφει περίεργες πρακτικές που γίνονταν σε διάφορες ταφές.
«Υπήρχε ακόμη και ένας μεγάλος αριθμός τάφων με πέτρες… που επίσης υποτίθεται ότι προστάτευαν από τους νεκρούς και ήταν τοποθετημένες σε διάφορα σημεία, για παράδειγμα πάνω στον αγκώνα, στον λάρυγγα ή στον λαιμό» , καταλήγει ο καθηγητής.