Οι Ανασάζι αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της Βορείου Αμερικής καθώς ήταν μία λευκή φυλή που έχτισε ακροπόλεις, φρούρια, δρόμους, θέατρα, αρδευτικά έργα, σε μια χρονολογική περιόδο που δεν ταιριάζει με τα όσα ξέρουμε για τους λαούς αυτής της ηπείρου.
Ο μυστηριώδης πολιτισμός των Ανασάζι προβληματίζει με την παρουσία του τους αρχαιολόγους στην Βόρεια Αμερική.
Το όνομα Anasazi σημαίνει «αρχαίοι άνθρωποι», αν και η λέξη Anasazi προέρχεται από τους Ναβάχο και σημαίνει «οι πρόγονοι του εχθρού».
Το όνομα έγινε γνωστό από τα ερείπια του Mesa Verde από τον Richard Wetherill, που το 1888-1889 εξερεύνησε εκείνη την περιοχή.
Αυτός ήξερε την γλώσσα των Ναβάχο και καταλάβαινε τι σήμαινε η λέξη.
Το όνομα κατόπιν υιοθετήθηκε από τον Alfred Kidder, σπουδαίο κοσμήτορα της αρχαιολογίας.
Ο καθηγητής θεώρησε ότι το όνομα αυτό ήταν πιο εύχρηστο από το «Άνθρωποι των χωριών» ή «Άνθρωποι των λόφων» ή «Εκείνοι που ήρθαν πριν», όπως περίπου θα έπρεπε να λέγονται και κόλλησε το όνομα Ανασάζι για συντομία.
Αυτό είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς αντιμετωπίζουν συνήθως, πολλοί αρχαιολόγοι τα κάθε είδους ευρήματα.
Οι ντόπιοι κάτοικοι έχουν πολλές λέξεις που χαρακτηρίζουν τους Ανασάζι και δυσαρεστούνται όταν ακούνε αυτόν τον όρο.
Ποιοι ακριβώς ήταν οι Ανασάζι
Οι Ανασάζι ήταν μία λευκή φυλή της Βόρειας Αμερικής, που έχτισε ακροπόλεις, φρούρια, δρόμους, θέατρα, αρδευτικά έργα, έκανε ηλιακές και αστρονομικές παρατηρήσεις και κατασκεύαζε πήλινα αγγεία και σκεύη.
Δεν έμοιαζαν με τους άλλους Ινδιάνους οι οποίοι συνήθως ζούσαν με νομαδικό τρόπο.
Σήμερα οι κάτοικοι των περιοχών των Ανασάζι είναι οι Χόπι, οι οποίοι διαφέρουν επίσης από τις άλλες φυλές και εθνικά και πολιτιστικά.
Οι Ανασάζι αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της Βορείου Αμερικής. Η επικράτεια τους εκτεινόταν, ανατολικά του Ρίο Γκράντε, στις πολιτείες Νεβάδα, Γιούτα, Κολοράντο, Νέο Μέξικο και Αριζόνα και είχε έκταση μεγαλύτερη της Καλιφόρνιας.
Το 1987 ο φωτογράφος William Jackson έμαθε ότι εργάτες ανακάλυψαν πέτρινες κατοικίες σε λόφους πάνω από τον ποταμό Manco.
Στο Chaco Canyon ανακάλυψε ερείπια κτιρίων, κατάλοιπα ενός εξαφανισθέντος και μυστηριώδους πολιτισμού.
Αυτός ήταν και ο πρώτος λευκός που τράβηξε τις πρώτες φωτογραφίες των ερειπίων στους γκρεμούς των λόφων του Mesa Verde.
Παρά την υποτιθέμενη έλλειψη του τροχού, κατασκεύασαν δρόμους εκατοντάδων χιλιομέτρων. Πολύς κόπος για ανθρώπους που έμεναν σε ένα μέρος και μετακινούνταν με τα πόδια, αφού δεν υπήρχαν άλογα και κάρα.
Επινόησαν κατασκευές άρδευσης που μπορούσαν να παρέχουν τροφή σε πληθυσμούς μεγαλύτερους των σημερινών. Ο πολιτισμός τους είναι ανώτερος κάθε άλλου γνωστού πολιτισμού της Βόρειας Αμερικής.
Τα κατάλοιπα των έργων τους αποτελούν άλυτο αίνιγμα προκαλώντας την απορία των ερευνητών.
Εμφανίστηκαν «ξαφνικά» στην Δυτική Αμερική το 100 π.Χ (υποτίθεται, γιατί ορισμένοι αρχαιολόγοι τους χρονολογούν από το 6000 π.Χ) και εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς(;) γύρω στο 1500 μ.Χ.
Γενικά οι ημερομηνίες δεν είναι κάτι στο οποίο μπορεί να βασίζεται κανείς εύκολα, εφόσον είναι γνωστή η συνήθεια των αρχαιολόγων να περιπλέκουν τα πράγματα σε αυτό το ζήτημα.
Σε κάποια βραχογραφία εμφανίζονται άνθρωποι και δεινόσαυροι μαζί. Αυτό μπορεί να συνδυαστεί με τις αντίστοιχες Πέτρες της Ίκα στο Περού, που δείχνουν και αυτές ανθρώπους και δεινόσαυρους. Μια ένδειξη του ότι οι προϊστορικές χρονολογήσεις θα πρέπει να αναθεωρηθούν.
Οι Ανασάζι πίστευαν πως οι πρόγονοι τους βγήκαν από τον κάτω κόσμο μέσα από μία τρύπα που ενώνει την επιφάνεια με το κέντρο της γης. Από την ίδια τρύπα γυρνάνε πίσω στην πατρίδα οι ψυχές των νεκρών.
Έχτιζαν υπόγειες κατοικίες, ναούς και πενταόροφα κτίρια 2000 δωματίων, πραγματικούς λαβύρινθους. Πολλά είναι κατασκευασμένα μεταξύ του 10ου και 12ου αιώνα μετά Χριστόν.
Ένα εκπληκτικό στοιχείο είναι ότι, σε έρευνα που έκαναν, Άγγλοι επιστήμονες απέδειξαν ότι οι 200.000 ξύλινοι δοκοί που χρειάστηκαν για την κατασκευή αυτών των κτισμάτων, είχαν μεταφερθεί από τα βουνά των San Mateo και Chuska.
Αυτές οι περιοχές βρίσκονται σε 100 χιλιόμετρα απόσταση και το βάρος κάθε κορμού φτάνει τα 300 κιλά.
Αυτό είναι κατόρθωμα που δεν μπορεί να εξηγηθεί αφού οι Ανασάζι υποτίθεται ότι δεν είχαν άλογα, κάρα, βόδια και γενικά μεταφορικά μέσα και αντιστοιχεί σε κόπο με το χτίσιμο μιας πυραμίδας.
Στο φαράγγι του Τσάκο έχει ανακαλυφθεί το Πουέμπλο Μπονίτο, στην πλευρά ενός γκρεμού με ημικυκλικό σχήμα. Το χαρακτηριστικό της επιφάνειας αυτού του χώρου είναι τα Κίβας, τα οποία χρησιμοποιούσαν για θρησκευτικού και τελετουργικούς σκοπούς.
Τα Κίβας είναι παλιά κυκλικά ημιυπόγεια κτίσματα, τα οποία ενσωματώθηκαν στα αρχιτεκτονικά συγκροτήματα και απέκτησαν τελετουργικό χαρακτήρα.
Η είσοδός τους ήταν μια τρύπα στη οροφή από την οποία κατέβαιναν με ξύλινη σκάλα η οποία συμβόλιζε το ουράνιο τόξο.
Στο κέντρο υπήρχε η εστία και δίπλα από αυτήν μια αβαθής οπή που συμβόλιζε την είσοδο των νεκρών και το αντίστροφο, δηλαδή την πρόσβαση των νεκρών στο κόσμο των ζωντανών.
Περιμετρικά υπήρχε ένα κτιστό πεζούλι, το οποίο συμβόλιζε την ομίχλη στην οποία ζουν τα πνεύματα της βροχής. Eπάνω του κάθονταν οι άνθρωποι κατά την διάρκεια των τελετών.
Ο οικισμός βλέπει προς τα νότια και είναι προστατευμένος από τι ς καιρικές συνθήκες.
Το συγκρότημα χτίστηκε από την αρχή με κέντρο τα κίβας. Εκεί συναθροίζονταν για τελετές ή συνελεύσεις για την λήψη σημαντικών αποφάσεων. Γύρω από αυτό το κέντρο χτίστηκαν οι κατοικίες.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο στην αρχιτεκτονική του μυστηριώδους αυτού λαού είναι οι δρόμοι στο φαράγγι του Τσάκο, οι οποίοι ενώνουν χωριά και ιερούς τόπους μεταξύ τους.
Πρόκειται για ένα ορατό δίκτυο ιερών οδών, τέλεια ευθύγραμμων, άσχετα από την διαμόρφωση του εδάφους. Ανέβαιναν στα σπίτια τους μάλλον με σχοινιά.
Κάποιες κατοικίες είναι τόσο δυσπρόσιτες, ώστε μόνο ορειβάτες με σχοινιά μπορούν να πλησιάσουν.
Οι αρχαιολόγοι λένε ότι για να φτάνουν οι Ανασάζι στα σπίτια που είχαν κατασκευάσει σε φυσικές κοιλότητες, (πολλές φορές σε ύψος εκατοντάδων μέτρων) χρησιμοποιούσαν κορμούς δέντρων, στους οποίους είχαν σκαλίσει σκαλοπάτια, καθώς και σκάλες λαξεμένες στον βράχο. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η διάβρωση έχει εξαφανίσει τις κλιμακωτές προσβάσεις που υπήρχαν σκαλισμένες στο βράχο. Αν και είναι δυνατόν (κλασικό παράδειγμα Μετέωρα) να υπάρχει ανεφοδιασμός και επικοινωνία μέσω σχοινιών και γερανών, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο όταν πρόκειται για ολόκληρη πόλη.
Πολλές ομοιότητες
Τα αγγεία που βρέθηκαν στα ερειπωμένα χωριά θυμίζουν πολύ τα αντίστοιχα ελληνικά αγγεία της γεωμετρικής περιόδου.
Ο Πλάτων, στο διάλογο του Τίμαιος, αποκαλύπτει ότι στην Σαϊδα της Αιγύπτου οι εκεί ιερείς του ναού του είχαν πει για την πόλη των Αθηνών τα εξής:
«είναι γραμμένα και θαυμάζονται εδώ πολλά και μεγάλα έργα της πόλης σας. Υπερέχει όμως ένα σε μέγεθος και σπουδαιότητα. Αναφέρουν τα γραπτά ότι η πόλη σας κατέστρεψε κάποτε μία δύναμη, η οποία εξόρμησε από τον Ατλαντικό Ωκεανό και ήρθε εναντίον της Ευρώπης και της Ασίας.
Διότι η εκεί θάλασσα ήταν τότε βατή, δηλαδή υπήρχε νησί πριν από το στόμιο που εσείς ονομάζετε Ηράκλειες Στήλες. Το νησί ήταν μεγαλύτερο από την Λιβύη και την Ασία μαζί, και από αυτό μπορούσαν να περάσουν σε άλλα νησιά, οι τότε ταξιδιώτες και από τα νησιά στην αντικρινή ήπειρο(».
Το κείμενο δηλώνει ξεκάθαρα ότι πέρα από τον Ατλαντικό Ωκεανό υπάρχει άλλη ήπειρος.
Στην «Πέντρα Πιντάδα» ή «Ζωγραφιστή Πέτρα» ή «Πέτρα με ζωγραφιές», ένα ωοειδή ογκόλιθο μήκους 90 μέτρων και πλάτους 75, ανακαλύφθηκαν ντολμέν όμοια με τα Ευρωπαϊκά. Ανακαλύφθηκαν επίσης και Ελληνικά γράμματα!
Επάνω στην πέτρα υπάρχουν σκίτσα από καβαλάρηδες με τόξα, άλογα, άμαξες, τροχοί, σπείρες, σταυροί και μεγάλες ομάδες ανθρώπων πιασμένων χέρι-χέρι που χορεύουν κάποιου είδους συρτό χορό χαρακτηριστικό των Ελληνικών χορών.
Υπάρχουν επίσης περίεργα σκίτσα που παραπέμπουν άμεσα στους «Αρχαίους». Οι μορφές δεν έχουν χέρια και πόδια, φαίνονται να αιωρούνται και έχουν περίεργα κεφάλια που ορισμένα θυμίζουν σκάφανδρα αστροναυτών.
Παρόμοιες τριγωνικές μορφές δημιουργούσαν και οι αρχαίοι Έλληνες με πηλό ή τις ζωγράφιζαν πάνω σε αγγεία. Επίσης η τεχνοτροπία των σκίτσων που υπάρχουν ζωγραφισμένα πάντοτε σε προφίλ, μοιάζει πολύ με εκείνη που χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα το 3000 π.Χ.
Μία εικόνα στο φαράγγι «Πέταλο αλόγου» δείχνει έναν κυνηγό, οποίος σημαδεύει κάποια ζώα με τόξο. Το σχήμα του τόξου του είναι καθαρά αρχαιοελληνικό και ομηρικό σχέδιο με διπλές καμπύλες.
Επίσης ο Κοκοπέλι, θεός της γονιμότητας, εμφανίζεται να παίζει φλογέρα, θυμίζοντας έντονα τους Σάτυρους της Αρχαίας Ελλάδας. Η καμπούρα πρέπει να δηλώνει την ύπαρξη ενός ταγαριού, γεμάτο σπόρους, που κουβαλούσε μαζί του.
Γενικά οι φωτογραφίες θυμίζουν έντονα Ελληνικές εικόνες και δύσκολα καταλαβαίνεις ότι τα βάζα ή οι εικόνες δεν προέρχονται από την Ελλάδα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στην επιφάνεια μεταξύ των άλλων τον τρόπο δόμησης της τοιχοποιίας των Ανασάζι, με μια σειρά τούβλων και μία σειρά από μικρούς σχιστόλιθους επαναλαμβανόμενη διαρκώς.
Αυτός ο τρόπος χτισίματος είναι κλασικός στην Ελληνική αρχαιότητα και μάλιστα διαδόθηκε στην κεντρική και ανατολική Ασία και τον συναντούμε σε πολλές ξεχασμένες ελληνικές φυλές στα Ιμαλάια, όπως οι Μαλάνα.
Εκτός από τη συγκεκριμένη αυτή δόμηση των τοίχων, εντύπωση προκαλεί ο οικολογικός γεωθερμικός τρόπος συνολικής δόμησης που παρατηρείται και στα ανάκτορα της Κνωσού στην Κρήτη, αλλά και αυτά των Μάγια στο Μεξικό, με την χρήση ενδοδαπέδιας θέρμανσης, αλλά και ενδοδαπέδιου εξαερισμού του χώρου.