Back to top

Ιουλίτα Ηλιοπούλου: Η τελευταία σύντροφος του Οδυσσέα Ελύτη μιλά για την κοινή τους ζωή

24/10/2021 - 13:26

Η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, μούσα και σύντροφος του Οδυσσέα Ελύτη, ποιήτρια η ίδια και δοκιμιογράφος, μιλά για τον βραβευμένο με Νόμπελ Λογοτεχνίας σπουδαίο ποιητή και την κοινή τους ζωή.

- Αφιερώσατε μεγάλο μέρος της ζωής σας στην επιμέλεια και ανάδειξη του έργου του Οδυσσέα Ελύτη. Πόσο δύσκολο είναι να διαχειρίζεστε ένα τόσο σπουδαίο έργο; Κάθε ευθύνη στη ζωή και στην τέχνη συνεπάγεται αγάπη, συνέπεια και σεβασμό. Κάπως έτσι χειρίζομαι και την ευθύνη μου απέναντι στο έργο του Ελύτη, επιστρατεύοντας πάντα, πέρα από τις προσωπικές μου αντιλήψεις, και τις δικές του αρχές, προκειμένου να είμαι συνεπής προς το ίδιο το έργο του.

- Αλήθεια, θα λέγατε ότι ο Ελύτης είναι συνεχώς παρών στη ζωή σας; Προτιμώ να σας απαντήσω πρακτικά, μια και πρόκειται για συνέντευξη και όχι για προσωπική εξομολόγηση. Εκτός βέβαια από την προσωπική μου δουλειά, από τα δικά μου γραφτά, τις  προσωπικές καλλιτεχνικές μου υποχρεώσεις που με ωθούν να δημιουργώ έναν άλλο κόσμο, η ποίηση και η σκέψη του Ελύτη αποτελούν πάντα, αναμφισβήτητα, ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης και της παράλληλης δουλειάς μου. Άλλωστε, ο στοχασμός και οι αξίες του Ελύτη είναι πάντα ένα δυνατό φως σε κάθε σκοτάδι. Αυτό τον καθιστά παρόντα όχι μόνον στη ζωή ενός ανθρώπου ή στη ζωή πολλών, αλλά στη ζωή της ίδιας της ελληνικής γλώσσας και ό,τι αυτή εκπροσωπεί.

- Τι σας γοήτευσε στον άνθρωπο και σπουδαίο λογοτέχνη; Η δύναμη της σκέψης του Οδυσσέα Ελύτη, η διαύγεια, η διεισδυτικότητα, η τόλμη, ο πρωτότυπος λυρισμός, η εναντίωση στις τρέχουσες αντιλήψεις, αλλά και η σπάνια συνθετική του δύναμη, είναι στοιχεία που γοητεύουν κάθε ευαίσθητο αναγνώστη, κι εμένα βέβαια. 

- Τι «φυλάτε» ως πιο πολύτιμο από τη 13χρονη σχέση σας μαζί του; Την ποίησή του, βέβαια. Η ποίησή του είναι ένας ζωντανός οργανισμός που δεν θα έλεγα ότι τον «φυλάμε» όσοι τον αγαπούμε, αλλά μας «φυλάει». Παίζω με τα λόγια, βέβαια, για να σας πω ότι όταν επιτρέπουμε στη σκέψη και στην ψυχή μας να μετέχει της ποιητικής λειτουργίας, τότε κάτι ουσιαστικό επιλέγουμε για μας, ακόμη και όταν το τίμημα της καθημερινότητας αναμφίβολα υπάρχει και κοστίζει.

- Πώς ήρθατε σε επαφή με το έργο του για πρώτη φορά; Διαβάζοντας ποιήματά του που ήταν στα σχολικά βιβλία, και λίγο μετά μελετώντας «Τα τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας», τρία τολμηρά ποιήματα θεωρίας που με γοήτευσαν.

- Πώς γνωριστήκατε; Γνωριστήκαμε όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο φοιτήτρια.

- ​Πώς αντιμετώπιζε ο ίδιος το ποιητικό και συγγραφικό σας έργο; Σας στήριζε για να βρείτε τον δικό σας δρόμο; Με ενεθάρρυνε, όπως και κάθε νέο ποιητή του οποίου εκτιμούσε τη δουλειά. Πίστευε πως πρέπει κανείς να βρει την ιδιωτική του οδό στη ζωή και στη τέχνη. Είναι μια κατεύθυνση σημαντική και απαραίτητη για όλους.

- Έχετε πει σε μια συνέντευξη ότι ο Ελύτης έζησε ασκητικά σε ένα διαμέρισμα 50 τετραγωνικά. Ζούσε και μια ασκητική καθημερινότητα; Μια απλή καθημερινότητα, θα έλεγα. Ήταν πάντα αφοσιωμένος στα γραφτά του, στο έργο που κάθε φορά δούλευε. Είχε βέβαια και φίλους και συναντήσεις, αλλά περιόριζε στα απαραίτητα τις κοινωνικές του υποχρεώσεις.

- Ποιο ήταν το μότο της ζωής του; Έτσι όπως το λέτε, δεν ξέρω... Έγραφε στον Κήπο με τις Αυταπάτες: «Είμαι του ολίγου και του ακριβούς, δεν υπήρξα ποτέ του τρίτου προσώπου». Αυτό τον χαρακτηρίζει αρκετά νομίζω.

- Η γνωριμία του με τον Ανδρέα Εμπειρίκο πώς επέδρασε στο έργο του; O Εμπειρίκος ήταν ένας καλός φίλος, συνοδοιπόρος σε πολλά. Για τον Ελύτη, όταν νέος τον πρωτογνώρισε, όπως έχει γράψει ο ίδιος στο «Χρονικό μιας Δεκαετίας», ο Εμπειρίκος ήταν ένα πρόσωπο «περίπου μυθικό, που είχε φάει και πιει με τους θεούς», εννοεί τον Μπρετόν, τον Ελυάρ και όλους τους Γάλλους υπερρεαλιστές. Αλλά και ο Εμπειρίκος είχε βρει στο πρόσωπο του Ελύτη «το απροσδόκητο λαχείο ενός νέου ομοϊδεάτη στη φιλολογική έρημο των Αθηνών». Ο υπερρεαλισμός, εν γένει θα έλεγα, άνοιξε ένα παράθυρο ελευθερίας για τον Ελύτη, ωστόσο δεν τον ακολούθησε σχεδόν ποτέ. Η έμφυτη ροπή του στην επεξεργασία του στίχου τον απέτρεψε από τη βασική αρχή του υπερρεαλισμού, που ήταν ο αυτοματισμός της γραφής.

- Έζησε δύο περιόδους στη Γαλλία. Πόσο σημαντική θεωρείτε την επαφή του με ποιητές και ζωγράφους του 20ού αιώνα; Πολύ σημαντική, όχι πια για τη διαμόρφωσή του αλλά για την εξέλιξη και τη στερέωση των δικών του αισθητικών αντιλήψεων. Η διασταύρωσή του με τα ευρωπαϊκά ρεύματα, αλλά και με κορυφαίους καλλιτέχνες, ήταν ένας ανοιχτός ορίζοντας. Επίσης, με την απόσταση που πήρε ζώντας εκεί, μπόρεσε να αποκρυσταλλώσει την ουσία της ελληνικής αίσθησης. 

- «Σ' όλους τους τόπους κι αν γυρνώ / μόνον ετούτον αγαπώ!» γράφει στο έργο του «Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας». Μολονότι ταξίδευε πολύ, τι τον έκανε να επιστρέφει πάντα στον τόπο του; Θα σας απαντήσω με τον δικό του λόγο. Γράφει σε ένα απόσπασμα από αυτά που ανθολογούνται στο βιβλίο Η Ελλάδα του Ελύτη: «Η Ελλάδα για τη νεότητά μου εστάθηκε θάμβος. Δεν υπήρξα ούτε πατριώτης, ούτε φυσιολάτρης, ή τουλάχιστον δοκίμασα μεγάλη απορία όταν είδα να μου αποδίδουν τις ιδιότητες  αυτές». Και αλλού συμπληρώνει για το πρόσωπο της χώρας: «Πολύ μικρή και πολύ μεγάλη συνάμα, όχι μόνο στον χρόνο αλλά και στον χώρο: λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα έκτασης όπου χωρούν εκατό και πλέον υψηλά βουνά, χίλια και πλέον μικρά ή μεγάλα νησιά. Κι από τ’ άλλο μέρος, μυριάδες χιλιόμετρα ιστορίας όπου η δράση, με τα ίδια επάνω - κάτω χαρακτηριστικά, επαναλαμβάνεται και συνοψίζεται σε τέσσερεις ή πέντε μοναδικούς τύπους. Υπάρχουν οι άνθρωποι, που μιλούν ίσαμε σήμερα την ίδια γλώσσα, μοναδικό φαινόμενο σε όλο τον Δυτικό κόσμο. Και τα φυσικά στοιχεία, οι βράχοι, τα δέντρα, οι θάλασσες, που φλέγονται κάτω από τον ίδιο ήλιο και κατοικούνται από τις ίδιες υπερφυσικές δυνάμεις».

- Υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στο αλβανικό μέτωπο. Σας είχε μιλήσει γι’ αυτή την εμπειρία; Η εμπειρία αυτή ήταν εξαιρετικά σημαντική για ’κείνον και για την ποιητική του εξέλιξη. Μην ξεχνάτε ότι το «Άξιον Εστί» είναι εν πολλοίς προϊόν αυτού του βιώματος. Μια μετάβαση από τον προσωπικό στον ομαδικό, στον εθνικό αγώνα. Πρόκειται βέβαια για κοινά ιδανικά και κάθε μονάδα μάχεται γι’ αυτά.

​- Είναι αλήθεια ότι το «Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» το έγραψε για τον φίλο του, τον ποιητή Γιώργο Σαραντάρη; Όχι, δεν είναι γι’ αυτόν ο Ανθυπολοχαγός. Τον Σαραντάρη τον αγαπούσε πολύ, έχει γράψει ένα πολύ όμορφο ποίημα στα Ετεροθαλή, που επιγράφεται με το όνομά του. 

- Η θάλασσα φαίνεται πολύ σημαντική στη ζωή του και στο έργο του... Ο Ελύτης διαμόρφωσε μια νησιωτική συνείδηση πολύ νωρίς. Δεν έπαιξε ρόλο γι’ αυτό μόνο η γέννησή του στην Κρήτη ή η καταγωγή του από τη Μυτιλήνη, αλλά περισσότερο το γεγονός ότι περνούσε όλα τα καλοκαίρια των παιδικών του χρόνων στις Σπέτσες, παρατηρώντας τα μυστικά της φύσης, σχηματίζοντας ήδη, ασυνείδητα βέβαια ακόμα, τα βασικά σύμβολα της ποίησής του. Ο νησιωτισμός είναι μια καθοριστική παράμετρος του έργου του.

​- Ποιους συγγραφείς ή ποιητές αγαπούσε ιδιαίτερα; Θα αναφέρω ενδεικτικά τους αρχαίους λυρικούς, τον Πλάτωνα, τον Διονύσιο Σολωμό, τον Ανδρέα Κάλβο, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, αλλά και τον Ελυάρ, τον Χαίλντερλιν και πολλούς άλλους βέβαια.

- ​​Ο Ελύτης γεννήθηκε στην Κρήτη και έχει ρίζες από τη Λέσβο. Τα πρώτα του ερεθίσματα στην τέχνη τα πήρε από τον Θεόφιλο και τον Ελληνογάλλο τεχνοκριτικό Στρατή Ελευθεριάδη, γνωστό ως Τεριάντ; Όχι. Τα πρώτα του ερεθίσματα, σχετικά με τις εικαστικές τέχνες, τα πήρε από τη γαλλική παιδεία που είχε. Όταν ο Ελύτης ανακάλυψε, μαζί με τον Εμπειρίκο, τον  Θεόφιλο, πέραν όλων των άλλων στα έργα του θαύμασε τις αυθόρμητες αντιλήψεις του για τη ζωγραφική, τέτοιες που χρόνια μετά η σύγχρονη κυβιστική ζωγραφική εφάρμοζε. Γράφει για τον Θεόφιλο: «Μέσα στην αντίληψή του το πρωτείο το έχει η ζωγραφιά σα ζωγραφιά, σκοπός της είναι να δώσει όσα χωράει ο νους μας από την πραγματικότητα και όχι μόνον όσα χωράει το μάτι μας». Όταν γνώρισε μάλιστα τον Τεριάντ και από αυτόν τον Πικάσο, είχε ήδη ο Ελύτης μελετήσει πολύ κατά μόνας τη ζωγραφική του μεγάλου Ισπανού ζωγράφου και είχε γράψει το περίφημο ποίημα του «Ωδή στον Πικάσο», που υπάρχει στα Ετεροθαλή.

- Το 1969 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Αυτή τη χρονιά διάβασα ότι επισκέφθηκε για ένα διάστημα την Κύπρο. Σας είχε μιλήσει γι’ αυτό το ταξίδι το νησί και με ποιους ήρθε σε επαφή; Η Κύπρος για τον Ελύτη, κυρίως την περίοδο της δικτατορίας στην Ελλάδα, αποτελούσε μια ελεύθερη ελληνική γη. Δυστυχώς, βέβαια, δεν κράτησε για πολύ αυτό το «ελεύθερη». Στην Κύπρο πέρασε δύο καλοκαίρια, το 1970 και το 1971. Αγάπησε τον τόπο, την ιστορία, παρακολούθησε με βαθιά θλίψη τα μεγάλα δεινά της μετά την εισβολή του 1974. Θεωρούσε πάντα πως είναι μια πολύ ισχυρή μονάδα στη Μεσόγειο, κάτι που αποδεικνύει η Κύπρος καθημερινά.

- Πώς τον θυμάστε σήμερα; Διαβάζω και μελετώ πάντα την ποίησή του. Είναι πηγή σοφίας, γνώσης και δύναμης για όλους τους αναγνώστες.

- Τι σημαίνει να ζείτε μια ζωή ποιητική; Δεν ξέρω εάν ζω ποιητική ζωή, όπως το εννοείτε. Ζω όμως μελετώντας και γράφοντας ποίηση, που θα πει ότι προσπαθώ να βρίσκω το μέτρο της καρδιάς, τη σωστή λέξη, την ουσιαστική πράξη. Προσπαθώ κι εγώ όπως, θέλω να πιστεύω, όλοι μας, να μάχομαι για ό,τι πιστεύω πως είναι δίκαιο και χρήσιμο πνευματικά και ψυχικά για τον άνθρωπο. 

Συνέντευξη Μαρία Παναγιώτου  Philenews