Back to top

Η οσία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη και η θυγατέρα της οσία Θεοπίστη (3 Αυγούστου): Μητέρα και κόρη αγίασαν μαζί!

03/08/2020 - 20:05

Δόξα και καύχημα της ορθόδοξης  χριστιανικής πατρίδας μας είναι η αγιοτόκος Θεσσαλονίκη. Η ένδοξη  αυτή πόλη ανέδειξε πολλούς αγίους, οσίους, μάρτυρες, νεομάρτυρες και ομολογητές της πίστεως. Μεταξύ των πρώτων αγίων που λαμπρύνουν την  Εκκλησία της Θεσσαλονίκης είναι και η οσία Θεοδώρα η μυροβλύτις (εορτάζει στις 3 Αυγούστου, αλλά και στις 5 Απριλίου). Ας δούμε το βίο της αγίας καθώς και της κόρης της, αγίας Θεοπίστης, που μόνασαν μαζί.

Η πρώτη μυροβλύτισσα αγία της Θεσσαλονίκης-  Ο τάφος της αγίας..

 agia_theodora_thes-niki

 Ο βίος    Η όσια Θεοδώρα γεννήθηκε περί το 812 στήν Αίγινα. Η μητέρα της απεβίωσε λίγο μετά τον τοκετό καί ο πατέρας της, που ήταν πρεσβύτερος, εμπιστεύθηκε την κόρη του στήν ανάδοχο της για να τήν αναθρέψει και έκάρη μοναχός. Ή Θεοδώρα μεγάλωσε με σοφία και φόβο Θεού, και ήδη από τήν παιδική της ηλικία αρραβωνιάστηκε με έναν από τους πλέον περιζήτητους νέους του νησιού.

Κατά τήν διάρκεια μιας έπιδρομής Σαρακηνών πειρατών σφαγιάστηκε ο αδελφός της και η Θεοδώρα κατέφυγε στην Θεσσαλονίκη μαζί με όλη την οικογένεια της.Μόλις έφθασε σέ νόμιμο ηλικία, τελέστηκαν οι γάμοι και λίγο αργότερα έφερε στον κόσμο μια κόρη, κατόπιν δέ και άλλα δύο παιδιά που πέθαναν σέ βρεφική ηλικία. Η Θεοδώρα δεν υπέκυψε στην θλίψη, παρηγόρησε τον σύζυγο της και του πρότεινε νά αφιερώσουν την εξάχρονη πρωτότοκη κόρη τους, Θεοπίστη, στον Κύριο, σάν απαρχή, στήν Μονή του Άγιου Λουκά.

Οταν απεβίωσε ο σύζυγος της, εγκατέλειψε και εκείνη τά εγκόσμια και ζήτησε νά γίνει δεκτή στήν Μονή του Αγίου Στεφάνου, ηγουμένη της οποίας ήταν μιά συγγενής της, ή Άννα, πού είχε υποστεί βασανιστήρια ώς υπέρμαχος της τιμής των σεπτών εικόνων. Φοβούμενη ότι ή νεαρά χήρα θά υπαναχωρούσε στήν απόφαση της και θά επέστρεφε στον κόσμο ήδη μετά τις πρώτες μοναχικές δοκιμασίες, ή Άννα ήταν κατ’ αρχάς διστακτική. Τελικά όμως ενέδωσε στο αίτημα της Θεοδώρας, τήν δέχθηκε στήν αδελφότητα και τήν υπέβαλε σέ κάθε λογής δοκιμασία γιά νά πιστοποιήσει τό ακλόνητο της απόφασης της. Ή Θεοδώρα επέδειξε αξιόλογο ζήλο στήν απόκτηση τών αρετών και διακρινόταν ιδίως γιά τήν πλήρη και δίχως ενδοιασμούς υπακοή της προς τήν ηγουμένη και προς τις άλλες αδελφές, τίς όποιες υπηρετούσε άγόγγυστα, αναλαμβάνοντας τά πιο ταπεινά διακονήματα. Διά της άμεσης εξομολόγησης απωθούσε όλους τους λογισμούς πού τίς υπέβαλλε ό μισόκαλος γιά νά τήν φέρει πίσω στον κόσμο, και στοχαζόμενη τίς τιμωρίες τής κολάσεως θεωρούσε ότι ήταν ή πλέον άχρηστη όλης τής άδελφότητος.

Όταν έκοιμήθη ή ηγουμένη τής Μονής του Αγίου Λουκά πού τήν είχε δεχθεί στήν αδελφότητα, ή Θεοπίστη έγινε δεκτή στήν Μονή του Αγίου Στεφάνου και μοιραζόταν τό κελλί με τήν κατά σάρκα μητέρα της. Αρπαξε τότε τήν ευκαιρία ό μισόκαλος και αναζωπύρωσε στήν καρδία τής Θεοδώρας τά μητρικά συναισθήματα. Ή ηγουμένη Αννα αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο γιά πειρασμό ό όποιος ήταν ικανός νά αποπλανήσει τίς δύο μοναχές άπό τήν ιερή τους κλήση, και μία ημέρα πού βρήκε τήν Θεοδώρα νά συμμαζεύει τά ενδύματα τής κόρης της, είπε αυστηρά:

«Θεοδώρα, τί σοι έστι ή κορασίς αύτη;» και υπενθυμίζοντας τον λόγο του Κυρίου: ό φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ έμέ ουκ έστι μον άξιος• και ό φιλών υίόν η θυγατέρα υπέρ έμέ ουκ έστι μου άξιος! (Ματθ. 10, 37), τους απαγόρευσε κάθε συναναστροφή και κάθε συνομιλία. Έπί δεκαπέντε χρόνια, ή Θεοδώρα και ή κόρη της τηρούσαν πιστά τήν εντολή, ένώ εξακολουθούσαν να έγκαταβιώνουν στο ίδιο κελλί, να εργάζονται και να γευματίζουν μαζί.

Αργότερα, ή Θεοδώρα ασθένησε σοβαρά- ή ηγουμένη ενέδωσε τότε στίς εκκλήσεις των άλλων μοναζουσών, ήρε τήν απαγόρευση καί ή Θεοδώρα μπορούσε πλέον νά συνομιλεί μέ τήν κόρη της. Μητέρα καί κόρη διαπίστωσαν τότε δτι δεν αισθάνονταν πλέον κάποια ιδιαίτερη στοργή εξαιτίας των δεσμών της σαρκικής συγγενείας καί ότι έβλεπε ή μία τήν άλλη ως έν Χριστώ αδελφή, δίχως κανένα πάθος, ακριβώς όπως οι άλλες μοναχές της αδελφότητας. Οταν ή Θεοδώρα έφθασε σέ ηλικία πενήντα εξι ετών, ή κόρη της Θεοπίστη ορίσθηκε άπό τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης νά διαδεχθεί στήν ήγουμενία τήν “Αννα, που ήταν πολύ ηλικιωμένη καί έπασχε άπό νοητική ανεπάρκεια. Ή Θεοδώρα, πνευματική κόρη της ίδιας της της θυγατέρας, επέδειξε προς αυτήν τήν ίδια υπακοή καί άγόγγυστα ανέλαβε νά γηροκομήσει τήν Αννα, πού ή αρρώστια τήν είχε κάνει δύστροπη. Σέ ηλικία εβδομήντα πέντε ετών, ή Θεοδώρα απαλλάχθηκε άπό κάθε διακόνημα, εξακολούθησε ωστόσο νά υπηρετεί τις αδελφές, φέρνοντας κρυφά στάμνες γεμάτες νερό κάτω άπό τον μανδύα της ή πλέκοντας σχοινιά άπό τά ξέφτια του λιναριού πού άφηναν οί άλλες μοναχές, γιατί θυμόταν μέ φόβο τον λόγο του Αποστόλου: Ει τις ού θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω (Β’ Θεσσ. 3, 1θ).

Οταν έκοιμήθη έν ειρήνη τό 892, παρουσία όλης της άδελφότητος, τό γερασμένο καί ρυτιδιασμένο πρόσωπο της έλαμψε αίφνης μέ τήν λάμψη της νεότητος, ενώ ουράνια εύωδία γέμισε τό κελλί. Λίγο κατόπιν, τό λάδι της κανδήλας πού είχαν κρεμάσει στον τάφο της άρχισε νά ξεχειλίζει καί νά ρέει άφθονο, επιτελώντας θαύματα σέ όσους πιστούς χρίονταν μέ αυτό. Καί ή εικόνα της οσίας άνέβλυζε επίσης μύρο εύωδιάζον, καί γιά τον λόγο αυτό, ή όσια Θεοδώρα έλαβε τήν προσωνυμία «μυροβλύτις», όπως ό πολιούχος άγιος Δημήτριος.

Κατά τήν άλωση της Θεσσαλονίκης (1430), οί Όθωμανοί παραβίασαν τήν πολύτιμη σαρκοφάγο καί κομμάτιασαν τό ιερό λείψανο, τό όποιο είχε παραμείνει άφθορο. Οί χριστιανοί μπόρεσαν ωστόσο νά συναρμόσουν τά κομμάτια, καί τό τίμιο λείψανο τιμάται μέχρι τίς ήμερες μας στήν μονή τής όσιας, ή όποια αφιερώθηκε πλέον στήν μνήμη της. Διηγούνται επίσης γιά τήν όσία Θεοδώρα —έκτος αν πρόκειται γιά άλλη συνώνυμη άγια— ότι όταν άνοιξαν τον τάφο της γιά νά καταθέσουν τήν σορό τής ηγουμένης, πού έκοιμήθη λίγο μετά τήν όσία, τό λείψανο τής μοναχής έκανε υπακοή ακόμη καί μετά θάνατον καί στριμώχθηκε σέ μιά γωνιά γιά νά χωρέσει τό σκήνωμα τής ηγουμένης.

agiatheod343

.Τόπος γαλήνης, ηρεμίας και λατρείας. Εδώ και αιώνες η Ιερά μονή της Αγίας Θεοδώρας αποτελεί σημαντικό κέντρο της ορθόδοξης πίστης και της πνευματικής ζωής στη Θεσσαλονίκη. Δεσπόζει στο κέντρο της πόλης, καθώς βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την πλατεία Αριστοτέλους, στην οδό Ερμού. Ο επισκέπτης, αφού περάσει την πύλη του μοναστηριού και βρεθεί στο εσωτερικό του, ξεχνά αμέσως το βουητό των αυτοκινήτων. Αισθάνεται αγαλλίαση και προσευχόμενος μπροστά από τη λάρνακα όπου φυλάσσονται τα λείψανα της αγίας νιώθει να προσεγγίζει τον Θεό.
Η αγία Θεοδώρα είναι η πρώτη μυροβλύτισσα αγία που εμφανίζεται στη Θεσσαλονίκη, μια και η μυροβλυσία του λειψάνου της προηγείται της πρώτης μαρτυρίας που υπάρχει για μυροβλυσία του αγίου Δημητρίου. Σε πολλά μυροδοχεία που ανακαλύφθηκαν στη μία πλευρά υπάρχει η μορφή του αγίου Δημητρίου και στην άλλη της αγίας Θεοδώρας, γεγονός που αποδεικνύει ότι υπήρχε συλλατρεία των δύο μυροβλυτών αγίων της Θεσσαλονίκης.

«Η ιστορική Ιερά Μονή της Αγίας Θεοδώρας από τον 8ο αιώνα μ.Χ. μέχρι και σήμερα αποτελεί για τη Θεσσαλονίκη σημαντικό κέντρο της ορθόδοξης πίστης και φωτεινό πνευματικό φάρο» τονίζει στη «δημοκρατία» ο ηγούμενος της μονής, αρχιμανδρίτης Δαβίδ Τζιουμάκας. Προσθέτει ότι η αγία Θεοδώρα θεωρείται κι αυτή προστάτιδα της Θεσσαλονίκης και στο καθολικό της μονής φυλάσσεται το μυρόβλυτο άγιο λείψανό της, που αποτελεί προσκύνημα για χιλιάδες πιστούς από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο. Στο καθολικό της μονής φυλάσσονται επίσης τα λείψανα του οσίου Δαβίδ.

Ο τάφος της αγίας  

Τον Αύγουστο του 2010(δική μας διόρθωση ) σε οικόπεδο δίπλα από τη μονή ανακαλύφθηκε ένας τάφος που εκτιμήθηκε ότι ανήκει στην αγία Θεοδώρα. «Στο σημείο βρέθηκαν δοχεία για τη συγκέντρωση μύρου και οι αρχαιολόγοι συνέκλιναν στην άποψη πως εκεί είχε ενταφιαστεί η αγία» σημειώνει ο ηγούμενος. Ο τάφος μεταφέρθηκε στον αύλειο χώρο της μονής και σήμερα φυλάσσεται καλυμμένος, αλλά σύντομα θα εκτεθεί και θα αποτελεί σημείο προσκυνήματος. Από το εύρημα σύμφωνα με τους αρχαιολόγους σώζονται η οροφή του, μια καμάρα, τέσσερις τοίχοι, η οπή της καθόδου, το δάπεδο του τάφου, ο διάκοσμος και ένας χώρος στο προσκεφάλι που φαίνεται ότι δεχόταν κάποιο υγρό. Να σημειωθεί ότι τα λείψανα της αγίας είχαν μετατεθεί με θαυματουργό τρόπο έναν χρόνο μετά την κοίμηση της.

.Η ιερά μονή

Οι πρώτες πληροφορίες για την ιστορία της μονής της Αγίας Θεοδώρας προέρχονται από τον βίο της. Οταν σε ηλικία 25 ετών κατέφυγε εκεί για να μονάσει, το 837 μ.Χ., η μονή ήταν αφιερωμένη στο όνομα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Μετά τη μετακομιδή του λειψάνου της αγίας Θεοδώρας, τον Αύγουστο του 893, η μονή μετονομάστηκε σε Ιερά Μονή της Αγίας Θεοδώρας. Το 1430 με την άλωση της Θεσσαλονίκης οι Τούρκοι κατατεμάχισαν το λείψανο της αγίας. Ωστόσο η μονή δεν δημεύτηκε ούτε μετατράπηκε σε τζαμί. Εκείνη την περίοδο ήταν μία από τις τρεις μονές που λειτουργούσαν στη Θεσσαλονίκη και αριθμούσε 200 μοναχές. Η μονή ονομαζόταν στα τουρκικά Kizlar Manastir (μοναστήρι των κοριτσιών) και βρισκόταν σε μία από τις 12 χριστιανικές συνοικίες της πόλης. Το καθολικό της μονής καταστράφηκε ολοκληρωτικά στην πυρκαγιά του 1917. Το μόνο κτίσμα που διασώθηκε ήταν το κωδωνοστάσιο. Ο νέος ναός χτίστηκε δίπλα στον κατεστραμμένο το 1935. Από το 1974 λειτουργεί ως ανδρική μονή, ενώ το 1989 ιδρύθηκε στον χώρο της μονής το Κέντρο Αγιολογικών Μελετών της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.

Εχει πέντε μετόχια, τον ναό του Αγίου Αντωνίου, το παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου του Τρανού, τον ναό του Αγίου Παντελεήμονος, το παρεκκλήσιο της Παναγίας Ελεούσης και τον ναό του Οσίου Δαβίδ.