Back to top

Όταν ο Κωνσταντίνος εισήλθε στην Αγιά Σοφιά για τελευταία φορά

24/04/2019 - 14:50

Στα μακρά και ταραγμένα χρονικά της Ανατολικής Αυτοκρατορίας δεν υπάρχει τίποτα τόσο θλιβερό όσο εκείνη η νύχτα πριν από τη μεγαλειώδη πτώση. Στις 28 Μαΐου του 1453, μία ώρα πριν τα μεσά­νυχτα, ο Κωνσταντίνος ήρθε για άλλη μια φορά στην Αγία Σοφία. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων, ο ίδιος κι οι αθάνατοι άνδρες του, όπως οι μελλοθάνατοι. Ήξερε, όπως και καθένας από τη σιωπηλή ακολουθία του, πως, αν παρέμεναν πιστοί μέχρι να πεθάνουν, δεν είχαν πια ούτε ένα εικοσιτετράωρο επίγειας ζωής.

Καμία ελπίδα νίκης, καμία ελπίδα σωτηρίας δεν φαινόταν στον ορίζοντα. Ίδιο μεγαλείο με εκείνο του γενναίου Λεωνίδα και των Τριακοσίων του στις θρυλικές Θερμοπύ­λες. Ίσος προς κάθε άνθρωπο στην κρίσι­μη ώρα, ο αυτοκράτορας ζήτησε τη συγ­χώρεση απ’ όλους όσους μπορεί να είχε αδικήσει άθελα του στη σύντομη βασιλεία του. Οι άνδρες, μες στις βαριές πανοπλίες τους, ξέσπασαν σε λυγμούς, κι αυτή ήταν η μοναδική απάντηση που έσπασε εκείνη τη φοβερή σιωπή.

Ύστερα ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας πέρασε το κατώφλι που, για αιώνες από τότε, δεν πά­τησε κανένας χριστιανός ηγεμόνας.
Την επομένη, η Αγία Σοφία ήταν ασφυκτικά γεμάτη με ένα πλήθος που όμοιο του δεν είχε γνωρίσει ποτέ. Δεν ήταν τόσο η συρροή όσο η κοινή αγωνία που πλημμύριζε τις ψυχές όλων. Μερικοί αρπάζονταν απ’ τον παλιό μύθο που έλεγε ότι, όταν ο εχθρός έφτανε νικηφόρος στη Στήλη του Κωνσταντίνου, άγγελος Κυρίου θα έβαζε μια πύρινη ρομφαία στα χέρια ενός μικρού παιδιού κι αυτό θα κατατρό­πωνε αμέσως τους εισβολείς.

Οι Οθωμα­νοί έριξαν τις πόρτες του νότιου προθά­λαμου, όπου ακόμα και σήμερα φαίνονται τα σημάδια της ωμής και ανυπόμονης βίας τους. Το συγκεντρωμένο πλήθος των κυνηγημένων, παράλυτο από ανείπωτο φόβο, με βλέμματα πλημμυρισμένα από τρόμο, δεν έφερε καμία αντίσταση. Δεν χύθηκε αίμα, ούτε των κατακτημένων ού­τε των κατακτητών. Δεν υπήρξε βία. Οι μισοπεθαμένοι αιχμάλωτοι – καλόγεροι ή κοριτσόπουλα που ο ήλιος δεν είχε δει καλά καλά τα πρόσωπα τους, κυρές από υψηλή γενιά ή παιδιά για τα θελήματα, ευγενείς ή ζητιάνοι – δέθηκαν ανά δύο και, σε μακριές σειρές, σύρθηκαν για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα.