Back to top

Φραντς Γιόζεφ Χάιντν

31/05/2020 - 13:46

Ο αυστριακός συνθέτης Φραντς Γιόζεφ Χάιντν (Franz Joseph Haydn, στην Ελλάδα τον γνωρίζουμε και ως Χάυδν) είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της Δυτικής Μουσικής, με καθοριστική παρουσία και συμβολή στην κλασσική της περίοδο. Ευτύχησε να ζήσει πολλά χρόνια για την εποχή του και να παραστεί μάρτυς πολλών σημαντικών αλλαγών στη μουσική και την κοινωνία (Διαφωτισμός, Γαλλική και Αμερικανική Επανάσταση).
Με το έργο του επηρέασε την εξέλιξη της συμφωνίας, της σονάτας και του κουαρτέτου εγχόρδων κι έγινε κύρια πηγή έμπνευσης για συνθέτες όπως ο Μότσαρτ και ο Μπετόβεν, που με την πληθωρική παρουσία τους επισκίασαν την προσφορά του δασκάλου τους.

Ο Χάυδν άφησε πίσω του ένα μεγάλο σε έκταση και ποιότητα έργο, αποτελούμενο από σχεδόν 1.200 συνθέσεις. Μεταξύ αυτών: 104 Συμφωνίες, 80 κουαρτέτα εγχόρδων, 50 σονάτες για πιάνο, 24 κοντσέρτα, 20 όπερες, 90 χορωδιακά έργα, 100 τραγούδια.

Ο Φραντς Γιόζεφ Χάυδν γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου 1732 στο Ροράου, ένα χωριό της Αυστρίας, στα σύνορα με την Ουγγαρία. Ήταν το δεύτερο από τα 12 παιδιά του αμαξοποιού Ματίας Χάυδν και της υπηρέτριας Άννας Μαρίας Κόλερ. Ο πατέρας του κέρδιζε αρκετά για να παρέχει μια άνετη διαβίωση στην πολυμελή οικογένειά του.
Από μικρός, ο Φραντς Γιόζεφ έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική και στα έξι του ο πατέρας του τον εμπιστεύθηκε στον θείο του Ματίας Φρανκ, δάσκαλο στη γειτονική πόλη Χάινμπουργκ, για να πάρει τα πρώτα του μαθήματα.
Συμμετείχε στη χορωδία του σχολείου και γρήγορα ξεχώρισε για τη φωνή του, ενώ έμαθε να παίζει διάφορα όργανα. Του έλειπε, όμως, η οικογενειακή θαλπωρή και -όπως έλεγε αργότερα- «έτρωγε πολλές βουρδουλιές, παρά φαγητό». Στο σπίτι του δεν ξαναγύρισε, παρά μόνο για σύντομες επισκέψεις.
Σε ηλικία επτά ετών, ο Γιόζεφ Χάυδν γίνεται μέλος της παιδικής χορωδίας στον καθεδρικό ναό του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη, χάρη στη γνωριμία του θείου του με τον διευθυντή της Γκέοργκ Ρόιτερ, διακεκριμένο συνθέτη εκκλησιαστικής μουσικής εκείνο τον καιρό. Παραμένει εσώκλειστος στο Κάπελχάους, ένα παλιό και χωρίς ανέσεις κτίριο, όπου διαβιούσαν οι μικροί χορωδοί.
Οι πολλές υποχρεώσεις της χορωδίας καθιστούσαν προβληματική τη μουσική εκπαίδευση των παιδιών. Ο Χάιδν μελετούσε μόνος του όσο μπορούσε. Μυήθηκε στα έργα των μεγάλων συνθετών κι έμαθε λατινικά. Ήταν, εν πολλοίς, ένας αυτοδίδακτος μουσικός.

Τον Νοέμβριο του 1749 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χορωδία, επειδή η φωνή του δεν ικανοποιούσε πλέον τον Γκέοργκ Ρόιτερ.
Εγκαταλείποντας την παιδική χορωδία, ο Χάιντν αναγκάζεται να εργαστεί ως ελεύθερος επαγγελματίας, παίζοντας βιολί και άλλα πληκτροφόρα όργανα ή διδάσκοντας μουσική.
Αυτή την περίοδο, που διαρκεί περίπου δέκα χρόνια, λαμβάνει κάποια επιπλέον μαθήματα μουσικής σύνθεσης από τον Νίκολα Πόρπορα, σημαντικό ιταλό συνθέτη και δάσκαλο τραγουδιού.
Μεταξύ 1750 και 1754 ο Χάυδν παρουσιάζει συνθέσεις του (μενουέτα, αλεμάντ, βαλς, τρίο), που τράβηξαν την προσοχή των φιλόμουσων Βιεννέζων για τη φρεσκάδα και την πρωτοτυπία τους, αν και οι κριτικοί επισήμαναν τα πολλά λάθη σε σχέση με τους κανόνες της αντίστιξης και της αρμονίας. Ο Χάυδν είχε γνώση της ελλιπούς μουσικής του μόρφωσης και συνέχισε να αποκαλεί τον εαυτό του αυτοδίδακτο.
Το 1759 ο Χάυδν διορίζεται ως μουσικός διευθυντής στην αυλή του κόμη Καρλ φον Μόρτζιν, όπου διευθύνει μία μικρή ορχήστρα, για την οποία συνθέτει και την πρώτη του συμφωνία. Ο Χάυδν κατορθώνει να αποκτήσει για πρώτη φορά μία μόνιμη θέση εργασίας και η ζωή του αλλάζει προς το καλύτερο. Στις 26 Νοεμβρίου 1860, σε ηλικία 28 ετών, παντρεύεται στον Άγιο Στέφανο της Βιέννης την 31χρονη Άννα Μαρία Κέλερ, κόρη γνωστού περουκοποιού και κομμωτή της Βιέννης και χρηματοδότη του Χάυδν. Σύντομα, όμως, ο κόμης Μόρτζιν, αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες και απολύει όλους τους μουσικούς της Αυλής του και τον Χάυδν.

Την 1η Μαΐου 1761 ο Γιόζεφ Χάιντν βρίσκει μόνιμη εργασία στο παλάτι του ούγγρου πρίγκιπα Παλ (Παύλου) Άνταλ (Αντώνιου) Εστερχάζι στο Αϊζενσταντ (48 χιλιόμετρα νότια της Βιέννης), όπου μεταξύ άλλων είχε ένα θέατρο όπερας και δύο μεγάλα δωμάτια μουσικής. Οι Εστερχάζι ήταν μία από τις ισχυρότερες και πλουσιότερες οικογένειες της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και από τους σημαντικότερους υποστηρικτές της μουσικής και των τεχνών.

Ο Χάυδν ήταν υπεύθυνος, όχι μόνο για τη σύνθεση της μουσικής και τη διεύθυνση της ορχήστρας, αλλά και για την εκπαίδευση των μουσικών και τη συντήρηση ακόμα των οργάνων. Έφερε τον βαθμό του αξιωματικού και όχι του υπηρέτη, όπως όλοι οι άλλοι μουσικοί.

Το 1762 ο Παλ Άνταλ πέθανε και τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Μίκλος (Νικόλαος), ο επονομαζόμενος και Μεγαλοπρεπής για τα πανάκριβα και εκκεντρικά ρούχα που φορούσε, αλλά και τα πολλά χρήματα που ξόδευε για τη μουσική. Ο Χάυδν πηγαινοερχόταν μεταξύ Αϊζενσταντ και Εστερχάζα, της θερινής κατοικίας των Εστερχάζι, την οποία ο πρίγκιπας είχε ανακαινίσει πλήρως.

Έχοντας λύσει το βιοποριστικό του πρόβλημα, επιδόθηκε απερίσπαστος στη μουσική, γράφοντας μία σειρά από σπουδαία έργα

ΠΗΓΗ: sansimera.gr