Back to top

Διδώ Σωτηρίου: Η... μάνα του μικρασιατικού ελληνισμού

18/02/2020 - 10:49

H Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου του 1909 στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας
Πολυδιαβασμένη, πολυμεταφρασμένη, πολυαγαπημένη συγγραφέας, αλλά κυρίως πρωταγωνίστρια σε όλα τα γεγονότα που σημάδεψαν τον ελληνισμό, και όχι μόνο, τον 20ό αιώνα, τον οποίο καλωσόρισε αλλά και πρόλαβε να αποχαιρετήσει. Μιλώντας η ίδια για τον μπαρουτοκαπνισμένο αυτό αιώνα, εξομολογείται ότι της άφησε «την πικρία ότι δεν κατάφερε ν' αλλάξει τη ζωή μας.

»Γκρέμισε τα όνειρα και τα ιδανικά μας και δεν τελείωσε με ειρήνη. Τελείωσε στο Σαράγεβο, εκεί που αρχίσαν όλα και το 1914».

Και όμως, τίποτα δεν προδίκαζε το 1909 που γεννήθηκε η Διδώ Σωτηρίου στο πανέμορφο χωριό Κιρκιντζές του Αϊδινίου, στην ασφάλεια μας εύπορης οικογένειας –ο πατέρας της, Ευάγγελος Παππάς, είχε εργοστάσιο σαπουνοποιίας– αυτό που έμελλε να ακολουθήσει.

Το χωριό της Διδώς Σωτηρίου

«Αν υπάρχει αυτό που λένε παράδεισος, το χωριό μας, ο Κιρκιντζές, ήταν ένα δείγμα του. Κοντά στο Θεό ζούσαμε, ψηλά, ανάμεσα σε κατάφυτα βουνά, και ξαγναντεύαμε ολόκληρο τον καρπερό κάμπο της Έφεσος, που ήτανε δικός μας ίσαμε τη θάλασσα, ώρες δρόμο, όλο συκομπαχτσέδες και λιόδεντρα, καπνά, μπαμπάκια, στάρια, καλαμπόκια και σουσάμια», περιγράφει στα Ματωμένα Χώματα.

Με την ίδια γλυκύτητα μιλούσε συχνά και για τη συνύπαρξη Ελλήνων και Τούρκων πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή.

«Δεν είμασταν τότε οι καλοί Έλληνες και οι κακοί Τούρκοι. Οι άνθρωποι ζουν όμορφα στην ειρήνη, ειδικά όταν δεν επεμβαίνουν οι Μεγάλες Δυνάμεις».

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η μικρή Διδώ είχε την πολυτέλεια να εξερευνά ακατάπαυστα τον κόσμο στην αγορά, στα πανέμορφα βουνά του χωριού της, στα λιοτρίβια, στις κορυφές των δέντρων. «Ήμουν άτακτο παιδί», θα πει πολλές φορές αργότερα.

Καταυλισμός προσφύγων στην Αθήνα

Το 1919 η οικογένειά της μετακόμισε στη Σμύρνη, και μετά την Καταστροφή του 1922 κατέφυγε στην Ελλάδα. Η ίδια είχε φύγει λίγες ώρες πριν παραδοθεί η Σμύρνη στην κόλαση, μαζί με την πλούσια θεία της. Η υπόλοιπη οικογένειά της ακολούθησε λίγες μέρες μετά. Στην Αθήνα η αγαπημένη συγγραφέας βίωσε όλο το δράμα της προσφυγιάς, του ξεριζωμού, της απώλειας, της εχθρικότητας των γηγενών. Βίωσε τις κλειστές πόρτες που δεν άνοιγαν ούτε με χρυσές λίρες, όπως έλεγε σε κάποιες διηγήσεις της.

Και βέβαια πρωταγωνίστησε σε όλα τα θηριώδη γεγονότα που ακολούθησαν. Μεταξική δικτατορία, Κατοχή, Εμφύλιος, χούντα.

Σπούδασε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και ολοκλήρωσε τις σπουδές της με μαθήματα Γαλλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης. Από το 1936 ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία. Συνεργάστηκε με την εφημερίδα Νέος Κόσμος και ως αρχισυντάκτρια στο περιοδικό Γυναίκα. Με ή χωρίς δημοσιογραφική αποστολή, δεν έχανε ευκαιρία να ταξιδεύει – κυρίως στο Παρίσι. Εκεί ήρθε σε επαφή με πολλούς εκπροσώπους της αριστερής κυρίως διανόησης, όπως ο Αντρέ Ζιντ και ο Αντρέ Μαλρώ.

Και μετά ήρθε η Αντίσταση, της οποίας ήταν ενεργό μέλος μαζί με ηρωικές προσωπικότητες όπως η Μέλπω Αξιώτη, η Έλλη Αλεξίου, η (αδελφή της) Έλλη Παππά, η Τιτίκα Δαμασκηνού, η Ηλέκτρα Αποστόλου και η Χρύσα Χατζηβασιλείου. Την εποχή εκείνη εργάστηκε με πάθος ως αρχισυντάκτρια στον Ριζοσπάστη.

Παρ' όλα αυτά αποδέχτηκε με μεγάλη νηφαλιότητα την εκδίωξή της στη συνέχεια από την εφημερίδα και τη διαγραφή της από το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Ίσως και με ανακούφιση, μιας και κατάφερε έτσι να αυτονομηθεί από τους κομματικούς μηχανισμούς.

Την περίοδο όμως αυτή της αντίστασης του ελληνικού λαού στον κατακτητή η Διδώ Σωτηρίου την λάτρεψε. Ήταν η περίοδος κατά την οποία «ο ελληνικός λαός έδειξε το μπόι του, και σ’ αυτό έπαιξαν ρόλο και οι πρόσφυγες».

Κατά την άποψή της ήταν η πρώτη φορά που Ελλαδίτες και πρόσφυγες έγιναν ένα. «Η παρανομία της αντίστασης στην Κατοχή ήταν ένα τραγούδι», έχει πει, για να συμπληρώσει: «Το μεγαλείο της Αντίστασης δεν μπορέσαμε να το δώσουμε, δεν το καταφέραμε εμείς οι Έλληνες λογοτέχνες».

Όσα ακολούθησαν άφησαν βαρύ τον ίσκιο τους στη σύγχρονη Ελλάδα και στην ίδια προσωπικά. Η αδελφή της Έλλη Παππά και ο σύντροφός της Νίκος Mπελογιάννης συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο στην ιστορική δίκη του 1951. Η Έλλη δεν έφτασε βέβαια στο εκτελεστικό απόσπασμα, γιατί η κυβέρνηση Πλαστήρα δεν θέλησε να εκτελέσει μητέρα βρέφους, και τελικά απελευθερώθηκε το 1963. Την ηρωική αντίσταση των δύο αυτών προσώπων αλλά και μιας ολόκληρης γενιάς ιδεολόγων επαναστατών εξιστόρησε η Διδώ Σωτηρίου στην Εντολή.

Ανέλαβε να μεγαλώσει τον γιο της Έλλης Παππά και του Νίκου Μπελογιάννη, και ίσως γι' αυτό δεν έκανε δικά της παιδιά.

Και μετά, ξαφνικά…

«Κάποια στιγμή είπα "έως εδώ". Είπα στον εαυτό μου κάθισε και γράψε γιατί αυτά φεύγουνε». Και έτσι ξεκίνησε το 1959 με το μυθιστόρημα Οι νεκροί περιμένουν. Ακολούθησαν η Ηλέκτρα το 1961 και τα Ματωμένα Χώματα το 1962, που έχουν πουλήσει εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα. Συνέχισε με τα Εντολή, Μέσα στις φλόγες, Κατεδαφιζόμεθα κ.ά. Τα έργα της μεταφράστηκαν σε πάρα πολλές γλώσσες και φανατικά βέβαια στην Τουρκία. Ανέφερε μάλιστα στην εκπομπή «Νυχτερινός Επισκέπτης» της ΕΡΤ ότι ποτέ δεν έψαξε να μάθει ποιος εξέδωσε τα Ματωμένα Χώματα στην Τουρκία. Δεν την ενδιέφερε καθόλου να διεκδικήσει τα πνευματικά της δικαιώματα.

Το μόνο που ίσως να την ενόχλησε λίγο είναι ότι στην Τουρκία βραβεύτηκε με το Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας «Αμπντί Ιπεκτσί» το 1983, πριν ακόμα αναγνωριστεί επισήμως το έργο της στην Ελλάδα. Το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1989) και το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1990), ήρθαν μετά.

Ποτέ δεν απαρνήθηκε το μπερεδάκι και τη μοτοσικλέτα της, παρότι και τα δύο προκαλούσαν τα συντηρητικά αντανακλαστικά της εποχής.

Η Διδώ Σωτηρίου αγάπησε τις χαρές της ζωής και ας έζησε τόσες τραγωδίες, εθνικές και προσωπικές.

Σύντροφος και υποστηρικτής της σε όλη την πολυκύμαντη διαδρομή της ο άντρας της ζωής της, ο μαθηματικός Πλάτων Σωτηρίου. Μόνο για κείνον τα παράτησε όλα επί οκτώ χρόνια για να είναι δίπλα του στη μάχη για τη ζωή. Κάποια στιγμή που τον κρατούσε στην αγκαλιά της τον ρώτησε: «Πλατωνάκι μου πέρασες ωραία κοντά μου;», κι εκείνος της απάντησε: «Είναι να το ρωτάς…». Τον έχασε το 1985. Έζησαν μαζί 52 χρόνια.

Δέκα χρόνια αργότερα δώρισε το σπίτι της στην οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε κείνη και τον ανιψιό της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι το θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην περιοχή Ζωγράφου.

«Έζησα δύσκολα πράγματα, πόνεσα πολύ. […] Ό,τι ήθελα το 'κανα, δεν έχω παράπονο από τη ζωή. Το έκανα ίσως με θυσίες, με οδύνη, με αγωνία […] όλα όμως στη ζωή μου γίνονταν πηγές πλούτου…», ο επίλογός της στην εκπομπή της ΕΡΤ «Βάθος Πεδίου».

Ήταν 23 Σεπτεμβρίου του 2004 όταν σίγησε για πάντα η φωνή της και έσβησαν τα λαμπερά μέχρι τα βαθιά γεράματα μάτια της

Πηγή: PONTOS-NEWS.GR