Back to top

Μίχαλος: Μέτρα ελάφρυνσης για τους εισαγωγείς και εξαγωγείς –«Να εκπίπτουν οι ναύλοι»

18/06/2021 - 08:40

Μέτρα ελάφρυνσης, από μέρους της κυβέρνησης, για τους Έλληνες εισαγωγείς και εξαγωγείς, έως ότου ομαλοποιηθεί η διεθνής έκρυθμη κατάσταση, προτείνει ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών Κωνσταντίνος Μίχαλος.

Όπως επισήμανε στην ομιλία του στις εργασίες της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αττικής-Πειραιώς (ΣΒΑΠ), “ασφυκτικές οικονομικές πιέσεις υφίστανται σχεδόν στο σύνολό τους οι επιχειρήσεις εξαιτίας της παγκόσμιας πληθωριστικής τάσης που παρατηρείται τους τελευταίους μήνες, με την αύξηση των διεθνών τιμών σε μια σειρά από πρώτες ύλες να βρίσκεται σε διψήφια ποσοστά και με τις τιμές του ναυτιλιακού ναύλου να έχουν τρελαθεί, θυμίζοντας εποχές μαύρης αγοράς.”

Επιπλέον τόνισε πως το κόστος του ναυτιλιακού ναύλου για τις μεταφορές κοντέινερ έχει αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο περισσότερο από 500%, καθώς οι ναυτιλιακές εταιρείες στον κλάδο αυτό, δρώντας καιροσκοπικά και ολιγοπωλιακά, ανεβάζουν τις τιμές ανεξέλεγκτα, ενώ έθεσε και το ερώτημα της κρατικής παρέμβασης από μέρους της Κίνας για χειραγώγηση της προσφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Μίχαλος τόνισε ότι έχει δημιουργηθεί ένα εκρηκτικό μείγμα που πληθωρίζει την παγκόσμια οικονομία σε εξαιρετικά υψηλό βαθμό και πρότεινε μέτρα ελάφρυνσης από μέρους της ελληνικής κυβέρνησης για τους Έλληνες εισαγωγείς και εξαγωγείς, έως ότου ομαλοποιηθεί αυτή η έκρυθμη κατάσταση.

Πιο αναλυτικά, μεταξύ άλλων ο κ. Μίχαλος ανέφερε ως ενδεικτικά παραδείγματα αυξήσεων, από σχετική έρευνα του ΕΒΕΑ ότι:

– η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης έχει αυξηθεί κατά 37,94%,

– της βενζίνης κατά 52,14%,

– της σόγιας κατά 17,10%,

– του καφέ κατά 26,59%,

– του γάλακτος κατά 20,06%

– του καλαμποκιού κατά 35,64%

– των πουλερικών κατά 16,64%,

– του μαλλιού κατά 12,72%,

– του χαλκού κατά 33,19%, και

– του αλουμινίου κατά 26,54% κλπ.

Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στην αγορά εμπορευματοκιβωτίων ανέφερε ότι:

1) Λιμάνια των ΗΠΑ έχουν συμφόρηση εξαιτίας της αύξησης της συχνότητας των δρομολογίων μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας που βασίζεται στην έκρηξη των κινεζικών εξαγωγών που είχαν ακυρωθεί τους μήνες που η πανδημία είχε περιορίσει την οικονομική δραστηριότητα. Αποτέλεσμα οι καθυστερήσεις της εκφόρτωσης των εμπορευμάτων στα αμερικανικά λιμάνια έως και 3 εβδομάδες, γεγονός που μειώνει το διαθέσιμο τονάζ και δημιουργώντας νέα ανοδική πίεση στα ναύλα.

2) Τα λιμάνια της Κίνας έχουν μειωμένη δυνατότητα εκφόρτωσης που οφείλεται σε πολλές περιπτώσεις σε κρούσματα Covid-19. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το λιμάνι του Yantian που μέχρι την προηγούμενη βδομάδα περισσότερα από 40 πλοία βρίσκονταν στην θαλάσσια περιοχή, αλλά δεν μπορούσαν εκφορτώσουν και εν συνεχεία να φορτώσουν εμπορευματοκιβώτια.

Τα δύο αυτά σημεία δηλώνουν ότι υπάρχει αυτή την περίοδο περαιτέρω μείωση της διαθέσιμης προσφοράς πλοίων, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνονται ούτε bookings και να απορρυθμίζονται πλήρως οι εφοδιαστικές αλυσίδες.

3) Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου έχει επαναφέρει την συζήτηση για επιβολή επίναυλου, ώστε να απορροφηθεί και αυτή από τους πελάτες των ναυτιλιακών, μιάς και την συγκεκριμένη στιγμή η καμπύλη της ζήτησης για θέσεις σε πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων είναι πλήρως ανελαστική.

4) Πιθανή ολιγοπωλιακή-καιροσκοπική συμπεριφορά των liner companies, από τις οποίες οι 10 μεγαλύτερες ελέγχουν το 82% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων με αποτέλεσμα να μπορούν να ελέγχουν πλήρως την διαθέσιμη προσφορά πλοίων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπάρξει άμεση εμπλοκή του WTO και άλλων θεσμικών φορέων που να εξετάσει αν υπάρχει αναβίωση των Liner Shipping Conferences που ουσιαστικά αποτελούν καρτέλ.

5) Οι βασικές εταιρείες που παράγουν και διαθέτουν με την μορφή leasing τα εμπορευματοκιβώτια στην Κίνα ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται μέσω του σκιώδους τραπεζικού συστήματος της αχανούς χώρας με κεφάλαια με σκοπό να μπορούν οι Liner εταιρείες της χώρας με ναυαρχίδα την Cosco να εξασφαλίζουν υψηλού επιπέδου μεταφορικές υπηρεσίες στους Κινέζους επιχειρηματίες. Το ζήτημα λαμβάνει στρατηγικές διαστάσεις, αφού η κινεζική παραγωγή containers ανέρχεται στο 85% της παγκόσμιας παραγωγής, προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά μονοπωλίου. Εδώ ανακύπτει το ζήτημα-ερώτημα που εμμέσως τέθηκε από τον Αμερικανό Carl Bretzel, επίτροπο Ναυτιλίας της ΙΑΝΑ (Intermodal Association of North America), μήπως οι κινέζικες εταιρείες, κατόπιν εντολών του Πεκίνου, χειραγωγούν την προσφορά εμπορευματοκιβωτίων, με αποτέλεσμα πολλά αμερικανικά προϊόντα να μην μπορούν να εξαχθούν, αφού δεν υπάρχουν διαθέσιμα containers. Υπάρχει πρόβλημα στην ομαλή λειτουργία των εφοδιαστικών αλυσίδων και ταυτόχρονα πυροδοτούνται πληθωριστικές πιέσεις.

Να εκπίπτουν οι ναύλοι

«Ο συνδυασμός των ανωτέρω στοιχείων έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μίγμα που πληθωρίζει την παγκόσμια οικονομία σε εξαιρετικά υψηλό βαθμό και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει άμεσα να λάβει μέτρα ώστε να ελαφρύνει τους Έλληνες εισαγωγείς και εξαγωγείς» είπε ο πρόεδρος και πρόσθεσε: «Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί η πρόταση να εκπίπτουν οι ναύλοι κατά 130-150% για να μπορέσει να υπάρξει μεγαλύτερη φορολογική εξοικονόμηση, για τους υπόλοιπους μήνες του 2021, περίοδο που οι ναύλοι προβλέπεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Ήδη παρατηρούνται ναύλοι της τάξεως των 13.000 δολαρίων ΗΠΑ για εμπορευματοκιβώτια 40′ High Cube.

Ενδεικτικά, αναφέρω ότι η μεταφορά ενός κοντέινερ πριν από ένα χρόνο, περίπου, κόστιζε κάτω από 2.000 δολάρια. Σήμερα, στοιχίζει πάνω από 10.000 δολάρια.

Όπως είναι αναμενόμενο, οι τάσεις αυτές καθιστούν αποτρεπτικές τις εισαγωγές πρώτων υλών, αλλά και τελικών προϊόντων στη χώρα μας. Ειδικά στο περιβάλλον κρίσης που έχει διαμορφωθεί τον τελευταίο χρόνο, είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν σε τέτοια κόστη.

Και βεβαίως είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις εκείνες -αν υπάρχουν- που μπορούν να απορροφήσουν εξ ολοκλήρου αυτή την επιβάρυνση, χωρίς να μετακυλήσουν ένα μέρος της στον καταναλωτή μέσα από αύξηση της τελικής τιμής.

Κι αυτό συμβαίνει αναγκαστικά σε μια περίοδο, όπου το εισόδημα και η αγοραστική δύναμη μιας μεγάλης μερίδας των καταναλωτών έχει συρρικνωθεί σημαντικά, λόγω της πανδημίας.

Είναι υπαρκτός, με άλλα λόγια, ο κίνδυνος να έχουμε στο επόμενο διάστημα ένα νέο κύκλο υφεσιακών πιέσεων στην οικονομία, με συνέπειες για όλους. Αναγνωρίζουμε ότι μετά από ένα και πλέον χρόνο πανδημίας είναι δύσκολο να υπάρξουν μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις. Όμως, δεν μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματα στην τύχη τους. Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι αυξήσεις που βλέπουμε σήμερα είναι προσωρινό φαινόμενο, που θα αποκλιμακωθεί σύντομα. Όμως για όσο διαρκούν αυτές οι πιέσεις, πρέπει να βρούμε τρόπους για να στηριχθεί η αγορά και οι καταναλωτές.

Ζητάμε, λοιπόν, να υπάρξουν όσο το δυνατόν περισσότερες κινήσεις για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, αλλά και διατήρηση της στήριξης των εργαζομένων για να προστατευθεί η ζήτηση».