Back to top

Ελί Μοδιάνο: Ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της παλιάς Θεσσαλονίκης

24/01/2021 - 20:48

Αν και το όνομα Ελί Μοδιάνο, ίσως να μην είναι ιδιαίτερα γνωστό στο ευρύ κοινό, τα κτήρια, που ο αρχιτέκτονας χάρισε στη πόλη της Θεσσαλονίκης, είναι διάσημα για την εκλεπτυσμένη, σχεδόν ευρωπαϊκή πνοή που προσδίδουν στην πόλη. Τα κτήρια του αρχιτέκτονα αντανακλούν την εικόνα μίας πόλης, που για αιώνες συνδύαζε την ανατολίτικη κουλτούρα, η οποία αγκαλιαζόταν από τον «δυτικό αέρα» των κοσμοπολιτών, εύπορων κατοίκων και των οικογενειών τους. Μία από αυτές ήταν και αυτή του Ελί, η γνωστή οικογένεια των Μοδιάνο.

Λίγα λόγια για την οικογένεια Μοδιάνο

Η ιστορία των Μοδιάνο είναι μακρά και αρκετά ενδιαφέρουσα. Όπως αναφέρουν πολλά από τα μέλη της οικογένειας, όπως ο δημοσιογράφος Μάριο Μοντιάνο, το ταξίδι της ξεκινά το 1492, όταν ο βασιλιάς Φερδινάνδος Β΄ της Αραγωνίας υποχρέωσε, βάσει του «Διατάγματος της Αλάμπρα», τον διωγμό όσων Εβραίων δεν δέχτηκαν να ασπαστούν τον Χριστιανισμό. Μέσα στους χιλιάδες Εβραίους της Ιβηρικής χερσονήσου που τράπηκαν σε φυγή, ήταν και μέλη της μετέπειτα σεφεραδίτικης οικογένειας των Μοδιάνο. Ωστόσο, ο δρόμος δεν τους οδήγησε εξαρχής στη Θεσσαλονίκη, αφού ως ενδιάμεσο σταθμό της πορείας τους είχαν την Ιταλία. Στην γειτονική χώρα, και συγκεκριμένα στις πόλεις Μοντιλιάνα (εικάζεται πως το επίθετο Μοδιάνο, χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως τοπωνύμιο) και Βενετία, τα μέλη της οικογένειας ασχολήθηκαν με τον κλάδο της Ιατρικής και της Παραϊατρικής, ενώ αυτοί που βρισκόταν κυρίως στην Βενετία, διέπρεπαν στον χώρο των επιχειρήσεων, κυρίως κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα.

Ελί Μοδιάνο

Πηγή εικόνας: en.wikipedia.org.| Σεφαραδίτες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης.

Περί το 1817, ο Σαούλ Μοδιάνο έφτασε στην πόλη που ήταν γνωστή και ως «Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων», ονομασία που προσδόθηκε στη πόλη λόγω του μεγάλου εβραϊκού πληθυσμού της. Στη Θεσσαλονίκη ο Σαούλ επικεντρώνεται σε χρηματικοτραπεζικές δραστηριότητες, ιδρύοντας τη Κτηματική Τράπεζα Μοδιάνο. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης κτηρίων όπως της στοάς Σαούλ (Sité Saul), της οποίας το έτος ίδρυσης υπολογίζεται την δεκαετία του 1880. Επίσης, ανάμεσα στις ασχολίες του, περιλαμβάνονται η συμμετοχή στην Ισραηλιτική Κοινότητα της πόλης – της οποίας διετέλεσε πρόεδρος- και η ίδρυση πολλών σχολείων της κοινότητας, των λεγόμενων σχολείων Ταλμούδ Τορά.

Τα πρώτα χρόνια του Ελί Μοδιάνο

Ο Ελί Μοδιάνο ήταν ένα από τα εγγόνια του Σαούλ, καθώς πατέρας του ήταν ο τραπεζίτης Ιακώβ ή Γιακό Μοδιάνο. Ο Ελί γεννήθηκε το 1881 στη Θεσσαλονίκη, σε μία οικογένεια που του έδωσε, όπως φαίνεται, τόσο τα οικονομικά όσο και τα πνευματικά εφόδια που θα τον οδηγούσαν στη επιτυχή άσκηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, πως οι μεγάλες και γνωστές οικογένειες της πόλη, σαν αυτών των Αλλατίνι και Μόλχο, είχαν συχνότατες επαφές με τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, καθιστώντας απαραίτητη την εκμάθηση, ήδη από τη παιδική ηλικία, ξένων γλωσσών, ιδίως των γαλλικών. Έτσι, έχοντας αυτό στο μυαλό, καταλαβαίνουμε πως οι σπουδές του νεαρού Ελί θα γινόταν στη Γαλλία, και συγκεκριμένα στην École Centrale des Arts et Manufactures του Παρισιού.

Πηγή εικόνας: www.thessmemory.wordpress.com | Φωτογραφία από συνάθροιση συγγενών και φίλων της οικογενείας του Σαμ Μοδιάνο.

Όμως, ο Ελί δεν θα εγκατασταθεί μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα. Μετά το τέλος των σπουδών του, εγκαθίσταται στη γενέτειρα πόλη του, διαπρέποντας στο χώρο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και συμβάλλοντας στην αναδιαμόρφωση της πόλης, έπειτα της καταστροφικής πυρκαγιάς του 1917. Η σπουδαιότητα του έργου του Μοδιάνο αναγνωρίστηκε και πέρα των ελληνικών συνόρων, όταν το 1922 του απονέμεται ο τίτλος του Ιππότη από τον βασιλιά της Ιταλίας Βιττόριο Εμμανουήλ Β’.

Ο Ελί Μοδιάνο άφησε τη τελευταία του πνοή το 1968.

Το έργο του αρχιτέκτονα στη Θεσσαλονίκη

Τα περισσότερα από τα κτίρια του Ελί Μοδιάνο κινούνται στιλιστικά στα πλαίσια του Εκλεκτικισμού, ενός ρεύματος που ενσωματώνει στοιχεία πολλών τάσεων, εποχών και ρυθμών, προσδίδοντας στο οικοδόμημα ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα και ζωντάνια. Φυσικά, η Θεσσαλονίκη, ούσα μία πολυπολιτισμική πόλη, υπήρξε έφορο έδαφος για την ανάπτυξη της συγκεκριμένης τάσης, αφού οι διακοσμητικές απαιτήσεις των Ελλήνων και Αρμένιων χριστιανών, μουσουλμάνων και εβραίων κατοίκων της πόλης ευθυγραμμίζονταν με τις παραδόσεις και τα έθιμα, που εκείνοι ακολουθούσαν.

Πηγή εικόνας: | Άποψη του ξενοδοχείου «Λουξεμβούργο», (Θεσσαλονίκη, έτος κατασκευής 1924).

Μετά την εκδήλωση της μεγάλης πυρκαγιάς του 1917 και τη καταστροφή ενός σημαντικού μέρους του κέντρου της πόλης, ο Ελί Μοδιάνο αναλαμβάνει τα σχέδια για την ανακοιδόμηση πολλών και γνωστών δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων της πόλης, δίνοντας της ένα νέο και μοντέρνο αέρα. Μεγάλα και ιδιαίτερα επιβλητικά κτίρια, με διακοσμήσεις που παραπέμπουν στον τύπου της Αρτ Νουβό, χωρίς όμως να χάνουν τα διακριτικά ανατολίτικα στοιχεία τους, είναι εμφανή στα σχέδια του αρχιτέκτονα. Εντούτοις, από το αρχιτεκτονικό ρεπερτόριο του δεν έλλειψαν τα κτήρια νεοκλασικισμού, τα οποία είχε μελετήσει κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Παρίσι, και τα οποία ήθελε τα μεταφέρει στη Θεσσαλονίκη.

Πηγή εικόνας:Το κτήριο της πρώην Ιονικής και Λαϊκής τράπεζας ως δείγμα του ύστερου νεοκλασικισμού της πόλης.

Παρακάτω αναφέρονται κάποια από τα κτίρια που αποτέλεσαν σημεία αναφοράς τόσο της αρχιτεκτονικής το Μοδιάνο όσο και της ιστορίας της Θεσσαλονίκης:

  • Η Οικία Γιακό Μοδιάνο ή Έπαυλη Μοδιάνο ή Παλαιό Κυβερνείο. Σήμερα στο κτίριο στεγάζεται το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας – Θράκης (έτος κατασκευής 1905-1906).
  • Μελέτη κατασκευής του Παλιού Τελωνείου. Το κτήριο σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Alexandre Vallaury (έτος κατασκευής 1912).
  • Η Στοά ή Αγορά Μοδιάνο (έτος κατασκευής από το 1922 έως το 1925).
  • Η πρώην Ιονική και Λαϊκή τράπεζα, κτίριο σημερινής Alpha Bank (έτος κατασκευής 1924).
  • Το Μέγαρο Άτλας (έτος κατασκευής 1925).
  • Η προσθήκη στη Στοά Σαούλ περί το 1929.
  •  Το Μανδαλίδειον Μέγαρον και η Ιταλική σχολή Alessandro Manzoni (κατασκευή 1931 και 1933 αντίστοιχα). 
  • Η οικία Μοδιάνο

Το πρώτο σημαντικό έργο του αρχιτέκτονα ήταν η έπαυλη Μοδίανο, η οποία προορίζονταν για οικία του πατέρα του Γιακό Μοδιάνο. Το εκλεκτιστικού χαρακτήρα, κτίριο της λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας αρχίζει να κατασκευάζεται το 1905 και ολοκληρώνεται ένα χρόνο αργότερα. Έχοντας έντονα τα στοιχεία της Αρτ Νουβό στον εξωτερικό του διάκοσμο, η οικία χαρακτηρίζεται από μία έντονη διακοσμητικότητα και ζωντάνια, χωρίς όμως να δημιουργείται ένα υπερβολικό aαποτέλεσμα .

Η ημικλινής σκεπή, με τα μεγάλα παράθυρα, παρέχει στο κτίσμα όχι μόνο επιβλητικότητα αλλά και λειτουργικότητα, αφού μέσω των παραθύρων παρέχεται στο εσωτερικό άπλετο φυσικό φως. Κατασκευαστικά, η τοιχοποιία είναι ιδιαίτερα βαριά στο κάτω μέρος, όπου βρίσκεται το υπόγειο, ενώ στο υψηλότερα πατώματα η κατασκευή γίνεται περισσότερο προσεγμένη και ελαφριά.

Όμως, το κτίριο δεν χρησιμοποιήθηκε μόνο ως οικία. Από το 1913, οι χρήσεις του άλλαζαν συνεχώς, καθώς χρησιμοποιήθηκε ως ανάκτορο, οικία του  Γενικού Διοικητή Μακεδονίας και ως ιερατική και στρατιωτική σχολή. Από το 1972, στο οίκημα στεγάζεται το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας και Θράκης.

Παλιό Τελωνείο

Αν και, κατά κύριο λόγο, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός ανήκει στον λεβαντίνο αρχιτέκτονα Alexandre Vallaury, η μελέτη και η αποπεράτωσή του είναι έργο του Μοδιάνο. Η έμπνευση του σχεδιασμού προέρχεται από το τελωνείο της Κωνσταντινούπολης, Σίρκετζι. Πέρα από τον εκλεκτιστικό χαρακτήρα του και τις εμφανείς γαλλικές διακοσμητικές επιρροές του, το τελωνείο αποτελεί μία καινοτόμο κατασκευή, λόγω της χρήσης οπλισμένου σκυροδέματος. Έτσι, με αυτό το κτίριο του 1912, η πόλη γνωρίζει για πρώτη φορά τη συγκεκριμένη οικοδομική τεχνική, και όχι τυχαία από τον Μοδιάνο. Ο αρχιτέκτονας, κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Παρίσι, ειδικεύτηκε στην κατασκευή με οπλισμένο σκυρόδεμα, τεχνική που μετέφερε και στη Θεσσαλονίκη.

Το κτίριο θεμελίωσε ο πρώην υπουργός οικονομικών των Νεότουρκων Τζαβίτ μπέη το 1910. Η εξωτερική του άποψη είναι χαρακτηριστική των βιομηχανικών κτιριακών κατασκευών του 20ου αιώνα, έχοντας αρκετά διακοσμημένο τον επάνω όροφο του. Εντύπωση προκαλούν τα έντονα και μεγάλα πλαίσια των παραθύρων του τελευταίου ορόφου.

Το τελωνείο υπέστη σοβαρές καταστροφές κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, οι εργασίες αποκατάστασής του ήταν άμεσες, καθώς μετά τη λήξη του πολέμου, το Λιμενικό Ταμείο με δικούς του πόρους και με χρήματα από του σχεδίου Μάρσαλ προχώρησε στην αποκατάστασή του. Η σημαντικότητα του κτιρίου αναγνωρίζεται και από τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο όταν, το 1998, χρησιμοποιήθηκε ως σκηνικό για μία σκηνή της ταινίας του «Μία αιωνιότητα και μία μέρα». Επίσης, το 1977 το κτίριο ανακηρύχθηκε διατηρητέο.

Η στοά Μοδιάνο

Η στοά Μοδιάνο σχεδιάστηκε το 1922, για να χρησιμοποιηθεί ως κεντρική αγορά της πόλης. Τα εγκαίνια της αγοράς έγιναν οκτώ χρόνια αργότερα, το 1930. Η στοά οικοδομήθηκε στο σημείο της περίκαυστης ζώνης της πόλης, στο μέρος που βρισκόταν η παλιά σεφαραδίτικη συνοικία Ταλμούδ Τορά (1492-1917), ενώ η κατασκευή έγινε βάσει του Σχεδίου Εμπράρ. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έγινε σε συνεργασία με τον J. Oliphant, ενώ ο Μοδιάνο είχε και τον ρόλο του μηχανικού.

Η στοά έχει το τύπο της βασιλικής, με εσωτερικούς εξώστες, και είναι μονώροφη. Η στέγη είναι πολυεπίπεδη, επικαλυπτόμενη με υαλοπίνακες, έτσι ώστε να φωτίζεται φυσικά και να παρέχεται ο απαραίτητος εξαερισμός. Το αέτωμα που προεξέχει στις πλευρές, καθώς και ο φεγγίτης, δεσπόζουν, τονίζοντας την νότια είσοδο της στοάς.

Δυστυχώς, οι πολυκοσμία της στοάς ελαττώνεται αισθητά τη δεκαετία του 1990, οδηγώντας την μερική εγκατάλειψη και μαρασμό. Όμως, τα τελευταία χρόνια υπάρχει κινητοποίηση για την αναγέννηση της. Τη σπουδαιότητας της στοάς και την άμεση σχέση της με την ζωή των θεσσαλονικέων, εκφράζει ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης, λέγοντας:

«Ήσουν για αιώνες ένα κράμα λαών και θρησκευμάτων, μια πρώιμη Νέα Υόρκη της νοτιοανατολικής Βαλκανικής Ευρώπης με μπόλικο ανατολίτικο χρώμα και μιαν ιδιότυπη αστική πινελιά. Ακόμη κρατάς πεισματάρικα κάτι από τη γοητεία εκείνου του παρδαλού χαρμανιού κι έτσι θα πρέπει να ξαναγίνεις. Βαλκανικές μουσικές να ανακατεύονται με ουρανομήκεις ψαλμωδίες, παλιές βρισιές των λιμενεργατών με σεφραδίτικα της Μοδιάνο, ποντιακά γινάτια με τούρκικα πειράγματα στο Καπάνι».