Back to top

Ελαιόλαδο της 2ης χιλιετίας σε Κρητομηκηναϊκής μορφής πιθάρι βρέθηκε στην Σικελία.

09/10/2018 - 12:45

Το προϊστορικό χωριό που σήμερα το ονομάζουν  Castelluccio  στην Σικελία πλησίον των Συρακουσών (το Castellucio της Νόρτσια ) είναι ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους στη Σικελία όπου από το 2200 π.Χ. οι τάφοι έκλειναν με πέτρινες πύλες,  κάτι που  είναι μια συνήθεια πολιτισμού του Αιγαίου, μινωική, μυκηναϊκή και όχι της περιοχής : ένα παράδειγμα μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο PAOLO ORSI στις Συρακούσες

Οι ανασκαφές έγιναν πριν από έναν αιώνα από τον Paolo Orsi, άρχισαν να φωτίζουν πολυάριθμους κλειστούς τάφους και τα ερείπια του χωριού, μια ακόμη σειρά ανασκαφών που διεξήχθησαν πριν από 80 χρόνια αποκάλυψαν επίσης την ύπαρξη ιερού στην κορυφή του λόφου.
Ο τόπος αυτός κατοικήθηκε επίσης σε ολόκληρη την προϊστορική περίοδο της Σικελίας, εδώ είναι δυνατόν να βρούμε ένα Ηρώο - ένα θρησκευτικό μέρος που χρησιμοποιείται για τους Έλληνες πολιτικούς ή πολεμικούς ήρωες - αλλά και τάφους και ερείπια βυζαντινών και μεσαιωνικών χρόνων.

Η Νεκρόπολη είναι το μεγαλύτερο μέρος του αρχαιολογικού χώρου και αποτελείται από εκατό τάφους μέσα στα βράχια, το σημαντικότερο από τα οποία, ονομάζεται "Τάφος του πρίγκιπα", ο οποίος εκτείνεται και έχει  2 πυλώνες. Είναι το μνημειώδες προϊστορικό έργο  Εποχής του Χαλκού .

Το παλαιότερο ελαιόλαδο της Ιταλικής  ανακαλύφθηκε στο αυτό  ιδιόμορφο πιθάρι  αποθήκευσης 4.000 ετών στο οποίο βρέθηκαν ίχνη συστατικών ελαιολάδου.

Το ελαιόλαδο αποτελεί βασικό συστατικό της ιταλικής κουζίνας. Ήταν έτσι για χιλιάδες χρόνια. Και η νέα χημική ανάλυση που έγινε στην αρχαία αγγειοπλαστική αποδεικνύει ότι ο υγρός χρυσός υπήρξε στην Ιταλική εκατοντάδες χρόνια περισσότερο από ό, τι είχαν καταγράψει προηγουμένως οι ανθρωπολόγοι.
Η χημική ανάλυση που διεξήχθη στην αρχαία αγγειοπλαστική αποδεικνύει ότι το ελαιόλαδο υπήρξε στην Ιταλία 700 χρόνια νωρίτερα από ό, τι έχει καταγραφεί στο παρελθόν.

Βασικοί οδοί Αιγαίου Ιταλικής

Τα νέα ευρήματα 

Μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Davide Tanasi, PhD, [ΕΡΓΑΣΙΑ  ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΉ ΑΡΧΑΪΚΉ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΣΤΗΝ ΣΙΚΕΛΙΑ]  επίκουρος καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα, πραγματοποίησε χημικές αναλύσεις για να προσδιορίσει το περιεχόμενο ενός μεγάλου βάζου που βρέθηκε στη δεκαετία του '90 από τον Giuseppe Voza κατά τις ανασκαφές στη θέση Castelluccio .

Η περιοχή των ευρημάτων 

¨Όλα άρχισαν όταν οι συντηρητές του Αρχαιολογικού Μουσείου των Συρακουσών αποκατέστησαν και   επανασυναρμολόγησαν , 400 κεραμικά θραύσματα, με αποτέλεσμα ένα δοχείο αποθήκευσης 3 ½ ποδιών σε  ωοειδές σχήμα που κοσμείται με σχέδια σχοινιού και τρεις κάθετες λαβές σε κάθε πλευρά να επανέλθει σχεδόν αυτούσιο. Στην ίδια αρχαιολογική περιοχή στο Castelluccio στη Σικελία, οι ερευνητές βρήκαν δύο θρυμματισμένες λεκάνες με εσωτερικό διάφραγμα(χώρισμα) , γεγονός που έδειξε ότι χρησιμοποιείται για τη διατήρηση διαφορετικών  ουσιών μαζί σε ένα σκεύος , αλλά χωριστά, μαζί με μια μεγάλη πλάκα μαγειρέματος από ψημένο πηλό .

"Το σχήμα αυτού του δοχείου αποθήκευσης και άλλα δύο  παρακείμενα σκεύη που βρέθηκαν μαζί και που το  ένα  έχει διάφραγμα (χώρισμα) εσωτερικά όπου άλλο όμοιό του  δεν έχει βρεθεί στη περιοχή στο Castelluccio", δήλωσε ο Δρ Tanasi. (Δρ. Δαυ. Θανάση)  "Είχε την υπογραφή των σικελικών επιτραπέζιων σκευών που χρονολογούνται στα τέλη της 3ης και στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. Ήθελα λοιπόν να μάθω πώς χρησιμοποιήθηκε και έτσι διεξήγαμε χημική ανάλυση των οργανικών υπολειμμάτων που βρέθηκαν μέσα".

Στη μελέτη που δημοσιεύθηκε στις «Αναλυτικές Μεθόδους » , Ο Δρ. Tanasi εξέτασε τα τρία τεχνουργήματα χρησιμοποιώντας τεχνικές παραδοσιακά και επιτυχώς χρησιμοποιούμενες στην αρχαιολογική κεραμική : αεριοχρωματογραφία, φασματομετρία μάζας και πυρηνικό μαγνητικό συντονισμό. Η ομάδα του βρήκε οργανικά υπολείμματα και από τα τρία δείγματα που περιείχαν ελαϊκά και λινελαϊκά οξέα, δηλαδή υπογραφές ελαιολάδου. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα τεχνουργήματα προέρχονται από την εποχή της πρώιμης εποχής του Χαλκού της Σικελίας λόγω της θέσης και των ιδιόμορφων σχημάτων των σκευών.

"Τα αποτελέσματα που βρέθηκαν με τα τρία δείγματα από το Castelluccio έγιναν τα πρώτα χημικά στοιχεία του παλαιότερου ελαιολάδου στην ιταλική προϊστορία, γυρνώντας τους δείκτες του ρολογιού πίσω στον χρόνο για συστηματική παραγωγή ελαιολάδου τουλάχιστον 700 χρόνια", δήλωσε ο Δρ.Tanasi.

Η μόνη γνωστή ταυτοποίηση των χημικών υπογραφών του ελαιολάδου προέρχεται από τα βάζα που βρέθηκαν στη νότια Ιταλία στην Κοζέντζα και στο Λέτσε και πιστεύεται ότι είναι από τον 12ο και 11ο αιώνα π.Χ. (Εποχή Χαλκού). Πηγή: Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα [30 Μαΐου 2018]

 Για τα ευρήματα ...

"Όσον αφορά την προϊστορία της Ιταλίας, οι μόνες γνωστές περιπτώσεις ταυτοποίησης των χημικών υπογραφών του ελαιολάδου είναι αυτές του Broglio di Trebisacce (Cosenza) και της Roca Vecchia (Lecce), όπου τα μεγάλα βάζα αποθήκευσης χρονολογούνται στην τοπική Ύστερη Εποχή του Χαλκού (12- 11ος αιώνας π.Χ.).]
Η πρώτη χημική υπογραφή του ελαιόλαδου εντοπίστηκε σε δείγματα από την Μινωική Κρήτη: Κεφαλή της Αφροδίτης (3200-2700 π.Χ.), Χρυσοκάμινο (2300-1900 π.Χ.) και Τουρλωτή (1200 / 1190-1070 π.Χ.).

Αποθηκευτικοί πίθοι στην Κνωσό.

Το προϊστορικό χωριό που σήμερα το ονομάζουν  Castelluccio  στην Σικελία πλησίον των Συρακουσών, έχει πολλαπλά ευρήματα που σχετίζονται με τον Ελληνικό πολιτισμό.

Κρητομυκηναϊκές θέσεις στην ιταλική χερσόνησο .

 Στην προηγούμενη αναφορά υπάρχει λοιπόν η περίπτωση να θεωρήσουμε ότι το λάδι μεταφέρθηκε από ανατολική  Ελληνική περιοχή  στην δυτική περιοχή εκεί και να εναποθηκεύτηκε στα συγκεκριμένα σκεύη ή σε μια άλλη περίπτωση να μεταφέρθηκε λάδι με τον μεγάλο πίθο αποθήκευσης από τον κυρίως ελλαδικό χώρο .Αυτό βέβαια δεν αποδεικνύει ότι η παραγωγή ελαιολάδου έγινε τοπικά απλά είναι ένδειξη για κάτι που δεν αποκλείεται .Ένα στοιχείο που θα βοηθούσε είναι να βρεθεί η σύσταση αυτού του πιθαμφορέα και που αυτός κατασκευάστηκε με  βάση την σύσταση του υλικού του .Τα ευρήματα μας επιβεβαιώνουν χρήση και όχι παραγωγή .Οι πίθοι αυτοί μπορούν να είναι αποθηκευτική χώροι για μια ποικιλία τροφίμων υγρών η στερών εδώδιμων ή από αλλού.

Κνωσός ,αποθηκευτικός πίθος .
Ένα στοιχείο επίσης είναι ο τύπος του πίθου ο οποίος είναι σε Μινωική ή Μυκηναϊκή μορφή όπως και  σε αρκετές περιπτώσεις τα προϊόντα της τοπικής κεραµεικής, όπως η «γκρίζα κεραµεική» / «ceramica grigia» είναι (τυπολογικά συγγενής µε τα ελλαδικά µινυακά αγγεία)

Ο τρίωτος αποθηκευτικός πίθος που βρέθηκε στην Σικελία είναι κρητομυκηναική μορφή κατασκευής 
Τριώτος με βοηθητικό ώτα   και  διακοσμητικά σχέδια σκοινιού πιθαμφορέας από μινωική οικία κοντά στα Μάλια της Κρήτης 
Τρίωτοι δίωτοι πολύωτοι πιθαμφορείς από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σητείας στην Κρήτη 
Πολύ κοντά από εκεί...

Στο νησί της Μάλτας έχουν βρεθεί μυκηναϊκά αντικείμενα αλλά και Κρητομινωικά στοιχεία

Αυτά είναι μερικά ευρήματα από την γειτονική προϊστορική Μάλτα... 

Αυτά όμως είναι ευρήματα από τον χώρο που βρέθηκε και ο πίθος...
Αρυτήρεςαπό το Αιγαίο 
Μινωικό κύπελλο με ένα αυτί  ....
Το ‘παγκόσμιο σύστημα’ από το 2000 – 1600 π.Χ. (Sherratt, 2006)
Κρητομυκηναϊκό εμπόριο με την Ιταλική χερσόνησο 
  Κείμενο από το - Αρχικές τίτλος : Οι Μυκηναίοι στην Δύση
 Ανδ. Βλαχόπουλος - Πανεπιστήμιο .Ιωαννίνων 

Λόγω της πληθώρας των ευρηµάτων αιγαιακής προέλευσης, η Ιταλία κατέχει δικαιωµατικά
των πρώτη θέση µεταξύ των µυκηναϊκών δυτικών σταθµών. Άλλωστε, σύµφωνα µε τον
Ηρόδοτο, η χερσόνησος και τα µεγάλα νησιά που την περιβάλλουν αποτελούσαν «οικείο
τόπο», ήδη από την Μινωική Περίοδο. Η πανάρχαια οικειότητα των Ιταλικών περιοχών για
τους Έλληνες επιβεβαιώνεται και σε προηγούµενες γραπτές µαρτυρίες, είτε πρόκειται για
Οµηρικά τοπωνύµια (π.χ. Σικανία/Σικελία) είτε για περιγραφές τοπίων στον Ησίοδο (π.χ.
Αίτνα). Διαδεδοµένοι µύθοι, όπως αυτός του Ευάνδρου (που θα συναντήσουµε και στην
συνέχεια) µαρτυρούν ότι η εµπειρία των ιταλικών χωρών είχε παραµείνει ζωηρή στην
αρχαία ελληνική συλλογική µνήµη (Smith, σ 7).

Το εµπόριο µε την Ιταλία άνθισε από την ΥΕ ΙΙΙΑ έως την ΥΕ ΙΙΙΒ2 Περίοδο [1400-1200 π.Χ. ] (Peruzzi, σ155). Η πρώτη αναλυτική καταγραφή των τεκµηρίων κεραµεικής (σχετικά ελλιπής) έγινε
το 1958 από τον William Τaylour (µαθητή του A. Wace). Όντως, τα αγγεία αποτελούσαν
το κυριότερο εξαγώγιµο είδος των Μυκηναίων στην Ιταλία και είναι αξιοσηµείωτο ότι τα
περισσότερα ήταν κατασκευασµένα από πηλό προερχόµενο από το νησί της Αίγινας.
Αντίστροφα, στην Ιταλία αναζητούσαν τα προϊόντα της αναπτυγµένης τοπικής
µεταλλοτεχνίας*, αλλά και ιταλική κεραµεική, όπως προκύπτει από την χηµική σύσταση
ορισµένων αγγείων στις Μυκήνες.

Αιγιακά και  μυκηναϊκά αντικείμενα στην ιταλική χερσόνησο 

Τα περισσότερα κατάλοιπα µυκηναϊκής κεραµεικής στην Ιταλία βρέθηκαν σε οικισµούς,
και µάλιστα σε περιοχές γειτονικές στις παραλιακές τοποθεσίες της εµπορικής συναλλαγής
(π.χ. στο ακρωτήριο Punta di Mezzogiorno) (Smith, σσ 14-17). Φαίνεται λοιπόν, ότι λόγω
της σηµαντικής χρηστικής τους αξίας, τα αιγαιακά κεραµεικά είχαν µεγάλη ζήτηση ακόµη
και στις τοπικές αγορές. Θα πρέπει ωστόσο να υπενθυµίσουµε και πάλι ότι σε αρκετές
περιπτώσεις τα προϊόντα της τοπικής κεραµεικής, όπως η «γκρίζα κεραµεική» / «ceramica
grigia» (τυπολογικά συγγενής µε τα ελλαδικά µινυακά αγγεία) και οι πύθοι «dolii cordonati» στην θέση Satyrion της Ν. Ιταλίας, παρουσιάζουν εµφανείς αιγαιακές επιρροές
και δεν πρέπει να συγχέονται µε γνήσια µυκηναϊκά αντικείµενα (Smith, σ 26). Δεν
αποκλείεται βέβαια ότι στα ιταλικά εργαστήρια εργάσθηκαν κατά καιρούς Μυκηναίοι
κεραµείς ή ότι οι Ιταλοί συνάδελφοι τους µετέφεραν αιγαιακή τεχνογνωσία και
τεχνοτροπία, έχοντας «µετεκπαιδευτεί σε κάποιο εργαστήριο κεραµεικής του Αιγαίου»
(Vagnetti, σ 149).

 * Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για την διακίνηση προϊόντων µεταλλουργίας στην Μεσόγειο κατά την
Μυκηναϊκή περίοδο και οι σχετικές εµπορικές οδοί παρέµειναν ανοικτές και αναπτύχθηκαν περισσότερο κατά τον 11ο αι πΧ, ώστε να συµπεριλάβουν και τα Βαλκάνια. Τα σηµαντικότερα εργαστήρια φαίνεται ότι βρίσκονταν στην Β. Ιταλία (π.χ. Frattesina ή Fondo Paviani στην περιοχή Veneto). Στις θέσεις αυτές όµως, βρέθηκαν και µυκηναϊκά έργα µεταλλοτεχνίας, πράγµα που υποδεικνύει ότι οι σχετικές ανταλλαγές ήταν, ως ένα βαθµό τουλάχιστον, αµφίδροµες (Smith, σσ 36-39).